Οι αξιωματούχοι του επίσης φέρονται να βοήθησαν στην συγγραφή της επίσης πρότασης που έστειλε στους πιστωτές αργά το βράδυ της Πέμπτης ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, γράφει στους Financial Times η Daniela Schwarzer, διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Προγράμματος του Γερμανικού Ταμείου Μάρσαλ.
Αυτές οι κινήσεις ήταν αξιοσημείωτες. Μέχρι τώρα το Παρίσι σε μεγάλο βαθμό –αν και απρόθυμα- ακολουθούσε σιωπηλά την πολιτική του Βερολίνου για την ευρωζώνη σε ότι αφορά την παροχή βοήθειας, όμως την ίδια ώρα πίεζε σκληρά για μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση της ευρωζώνης οι οποίες ακολουθούν το γερμανικό οικονομικό σκεπτικό.
Τώρα, αντιτιθέμενο στην θέση του Βερολίνου ως προς το πώς να αντιμετωπιστεί το ελληνικό ζήτημα, το Παρίσι έχει φέρει στην επιφάνεια ένα βαθύ ρήγμα στην ευρωζώνη που αφορά την ίδια τη φύση της νομισματικής ένωσης.
Οι διαφωνίες μεταξύ των δυο βασικών ευρωπαϊκών δυνάμεων – του θρυλικού γαλλογερμανικού άξονα- δεν είναι κάτι καινούριο. Τις τελευταίες έξι δεκαετίες, η ευρωπαϊκή ενοποίηση συχνά επιτυγχάνονταν μέσω μιας διαδικασίας στην οποία επιλύονταν μέσω σκληρών συμβιβασμών οι διαφορές μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, συμβιβασμοί που σε μεγάλο βαθμό ήταν αποτελεσματικοί διότι θεωρούνταν ως δίκαιη συμφωνία και γίνονταν αποδεκτοί από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Σε ότι αφορά το ευρώ, εξακολουθούν να υπάρχουν άλυτες εντάσεις σε ότι αφορά το όραμα που έχουν οι δυο χώρες για το ενιαίο νόμισμα και την αλληλεπίδραση της πολιτικής και των οικονομικών.
Το Παρίσι φοβάται πως μαζί με τις γεωπολιτικές συνέπειες μιας εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, υπάρχει ισχυρή πιθανότητα πως η ευρωζώνη θα καταλήξει πιο «γερμανική». Αν η ευρωζώνη αφήσει μια χώρα να φύγει, μόνο μια πολύ ισχυρή επίδειξη πολιτικής βούλησης θα μπορούσε να διατηρήσει ενωμένες τις υπόλοιπες χώρες στη νομισματική ένωση, σημειώνει η Daniela Schwarzer.
Το Βερολίνο θα ηγούνταν αυτής της πρωτοβουλίας και τελικά θα μπορούσε να εμφανίσει τα σχέδια για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στην διακυβέρνηση της ευρωζώνης που βρίσκονται έτοιμα στο συρτάρι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. Από την άποψη της Γαλλίας, το να στηρίξει την Ελλάδα μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία που θα έχει για να αποτρέψει να βγουν από το συρτάρι τα σχέδια αυτά.
Μετά από ένα Grexit, η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών της Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα είχαν νέους συμμάχους –πέραν των παραδοσιακών όπως η Ολλανδία και η Αυστρία- για να στηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις. Τα μέλη της ευρωζώνης από την κεντρική Ευρώπη και τη Βαλτική, καθώς και χώρες του Νότου όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία που έχουν εφαρμόσει προγράμματα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, πιθανότατα θα τάσσονταν στο πλευρό του Βερολίνου.
Η αντιμνημονιακή κυβέρνηση της Αθήνας πέτυχε μια αποφασιστική νίκη καθώς οι ψηφοφόροι στήριξαν το αίτημά της για απόρριψη ενός συμβιβασμού με τους διεθνείς πιστωτές, εγείροντας σοβαρές αμφιβολίες αναφορικά με την ικανότητα της χώρας να παραμείνει εντός της ευρωζώνης.
Έτσι, οι Γάλλοι φοβούνται πως ο συντονισμός πολιτικής με γερμανικούς κανόνες θα ενισχύονταν, καθιερώνοντας μια ορθόδοξη οικονομική προσέγγιση. Αν συμβεί αυτό, η Γερμανία ίσως είναι πρόθυμη να παραχωρήσει περισσότερες εξουσίες σε υπερεθνικούς θεσμούς που θα είχαν λόγο επί των εθνικών προϋπολογισμών, ή για να αφαιρεί την εθνική κυριαρχία όταν παραβιάζονται οι κανόνες.
Αυτό δεν είναι ένα μοντέλο στο οποίο θα συμφωνούσε το Παρίσι. ως μια οικονομία που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εγχώρια κατανάλωση ως οδηγό για την ανάπτυξη, η Γαλλία έχει μια πολύ ισχυρότερη τάση να ευνοεί πολιτικές που στηρίζουν την καταναλωτική ζήτηση.
Αν και κανένας λογικός πολιτικός στο Παρίσι δεν αρνείται ότι είναι απαραίτητο να υπάρχουν μεταρρυθμίσεις από την πλευρά της προσφοράς, ωστόσο η βασική υπόθεση εξακολουθεί να είναι ότι μια ισχυρή ανάπτυξη και ένα επενδυτικό περιβάλλον είναι προαπαιτούμενα τόσο για την προσαρμογή του προϋπολογισμού όσο και για τις μεταρρυθμίσεις.
Επιπλέον, αν και γερμανικό μοντέλο, που βασίζεται στους κανόνες, επιχειρεί να αποπολιτικοποιήσει την λήψη αποφάσεων, η γαλλική προσέγγιση έχει στην καρδιά της την πολιτική: το Παρίσι έχει προασπίσει της συνόδους των ηγετών της ευρωζώνης από τότε που συστάθηκε η νομισματική ένωση.
Ακόμα και εντός της νομισματικής ένωσης, οι Γάλλοι θέλουν να μπορούν να κάνουν πολιτικές επιλογές και να διεξάγουν διακριτική οικονομική πολιτική.
Τέλος, οι ιδέες για την ανάπτυξη ενός προϋπολογισμού της ευρωζώνης που θα περιέχει εργαλεία για την αυτόματη εξομάλυνση των επιχειρηματικών κύκλων και που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να στηρίξει τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες, είναι πολύ πιο έντονες στους γαλλικούς κύκλους παρά στους γερμανικούς.
Υπάρχει μια διαφορετική κατανόηση της αλληλεγγύης στο Παρίσι, ακόμα και αν αυτό έχει οικονομικό τίμημα για τον δεύτερη μεγαλύτερο δανειστή των προβληματικών χωρών της ευρωζώνης.
Ασχέτως το πώς θα εξελιχθεί η κρίση αναφορικά με την Ελλάδα, υπάρχει κίνδυνος η εύθραυστη ισορροπία μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας για το ευρώ θα μπορούσε να διαταραχθεί ακόμη περισσότερο.
Έχει ήδη πιεστεί λόγω της κυρίαρχης θέσης της Γερμανίας από τότε που ξέσπασε η κρίση το 2010. Αν το Παρίσι και το Βερολίνο δεν μπορύν να καταλήξουν σε έναν ισχυρό συμβιβασμό για την μελλοντική διακυβέρνηση του ευρώ, που θα είναι αποδεκτός από τα εθνικά κοινοβούλια και από τα εκλογικά σώματα, υπάρχει κίνδυνος πολιτικών επιπτώσεων.
Η Γαλλία δεν είναι η μόνη χώρα που πιθανόν να αμφισβητήσει μια νομισματική ένωση που δεν θέλει. Οι μεταβαλλόμενες πολιτικές πλειοψηφίες στην Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία και άλλων χωρών, μπορεί να επαναστατήσουν αν έρθουν αντιμέτωπες με ένα ενιαίο νόμισμα που περιορίζει υπέρμετρα την δυνατότητα της Δημοκρατίας για αυτό-διόρθωση.
Για μια ακόμα φορά, φαίνεται πως αυτό που θα χρειαστεί η Ευρώπη για να περάσει την ελληνική κρίση, θα είναι ένας συμβιβασμός μεταξύ των Γερμανικών και Γαλλικών θέσεων. Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο είναι αν μπορούν να βρουν μια συμφωνία που είναι αρκετά ευέλικτη για το Παρίσι, αλλά ταυτόχρονα αρκετά αυστηρή για το Βερολίνο.
ΠΗΓΗ: euro2day.gr
Ξεκίνησε από τον ιταλικό Τύπο και συνέχισε με τα διεθνή Μέσα ο Ιταλός πρωθυπουργός, που διατυπώνει τις απόψεις του για την αναγκαιότητα να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρώπη.
Ο Ματέο Ρέντσι αποδεικνύεται, μέσα από τις δηλώσεις του, ως ο ισχυρότερος σύμμαχος της Ελλάδας ή έστω της παραμονής της χώρας στην Ευρωζώνη. Η ιταλική εφημερίδα «Il Sole 24 Ore»μετέδιδε τη θέση του Ιταλού πρωθυπουργού την οποία είχε σκοπό να διαμηνύσει στη Γερμανίδα καγκελάριο κατά τη Σύνοδο Κορυφής: «Ο Mατέο Ρέντσι διαμηνύει στην Άνγκελα Μέρκελ: Σταματήστε να ταπεινώνετε την Ελλάδα», φέρεται να υποστηρίζει ο Ρέντσι, ενώ η κυβέρνηση της Ρώμης συνεχίζει να τάσσεται υπέρ μιας άμεσης λύσης.
Ακολούθως, σύμφωνα με τον Il Messaggero, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας φέρεται να δήλωσε: «Τώρα πρέπει να υπερισχύσει η κοινή λογική και να συναφθεί μια συμφωνία. Η Ιταλία δεν θέλει η Ελλάδα να βγει από το ευρώ και λέω προς τη Γερμανία: αρκετά» και προσέθεσε σύμφωνα με την ίδια εφημερίδα: «Τώρα που ο (Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης) Τσίπρας υπέβαλε προτάσεις που συνάδουν με τα ευρωπαϊκά αιτήματα, πρέπει οπωσδήποτε να υπογράψουμε μια συμφωνία. Είναι αδιανόητο να ταπεινώνουμε έναν ευρωπαίο εταίρο, αφού η Ελλάδα έχει υποχωρήσει σχεδόν στα πάντα».
Στη συνέχεια, το τηλεοπτικό δίκτυο Al Jazeera μετέδωσε δήλωση του Ματέο Ρέντσι, σύμφωνα με την οποία φέρεται να είπε: «Δεν μπορώ να φανταστώ μια Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα, θα ήταν μια Ευρώπη χωρίς ιδιαίτερα σημαντικές αξίες και χωρίς τον τρόπο ζωής της» για να υπογραμμίσει: «Το πρόβλημα δεν είναι το ελληνικό χρέος, αλλά η οργάνωση της ελληνικής οικονομίας».
Όπως προσέθεσε ο Ρέντσι σύμφωνα με το Al Jazeera: «Θεωρώ πάντως ότι ωθήσαμε την ελληνική κυβέρνηση προς τη σωστή κατεύθυνση διότι δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ένας διαφορετικός κανόνας για τους Έλληνες και ένας άλλος για τους Ιταλούς, τους Γάλλους και τους Ισπανούς».
Παράλληλα, ο επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης κατέστησε σαφές ότι «Ευρώπη δεν μπορεί να είναι μόνον γραφειοκρατία, λιτότητα και χρηματιοικονομική παράμετρος. Πρέπει να αποτελείται από αξίες και ιδέες».
Ο Ιταλός πρωθυπουργός δήλωσε και στο Al Jazeera πεπεισμένος ότι μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία για την Ελλάδα, ώστε να στηριχθεί η χώρα για τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια και να προχωρήσει, παράλληλα, σε δομικές μεταρρυθμίσεις, «επενδύοντας στο μέλλον και την οργάνωση της ελληνικής οικονομίας». Η συγκεκριμένη συνέντευξη παραχωρήθηκε πριν από τη χθεσινοβραδινή συνεδρίαση του Eurogroup.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου