Σάββατο 29 Μαρτίου 2014
«Όχι περικοπές στην Παιδεία!» - Μεγάλες διαδηλώσεις φοιτητών και μαθητών στη Μαδρίτη
Χιλιάδες φοιτητές και
μαθητές των Λυκείων πλημμύρισαν το κέντρο της Μαδρίτης την Πέμπτη για δεύτερη
ημέρα των κινητοποιήσεων που οργανώθηκαν για να διαμαρτυρηθούν οι νέοι για τις μαζικές
περικοπές στη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης που επιβάλλονται από την κυβέρνηση
του Λαϊκού Κόμματος του Μαριάνο Ραχόι.
Οι διαμαρτυρίες οργανώθηκαν από την Ένωση των Φοιτητών, που
παρότρυνε τους φοιτητές και τους μαθητές να διαδηλώσουν ενάντια στις περικοπές
των δαπανών στα σχολεία και τα
πανεπιστήμια, και αυξάνει τα δίδακτρα στην εκπαίδευση. Οι σπουδαστές απαίτησαν
επίσης την παραίτηση του υπουργού Παιδείας, Πολιτισμού και Σπορ, Jose Ignacio
Wert, ο οποίος εισήγαγε τις μεταρρυθμίσεις.
Οι διαδηλωτές ξεκίνησαν
το κάψιμο κάδων νωρίς το πρωί της Πέμπτης στο Πανεπιστήμιο Complutense της Μαδρίτης, το οποίο
θεωρείται ως το κορυφαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Ισπανία. Ένα άτομο συνελήφθη
«για την κατοχή εύφλεκτου υλικού» ανέφερε ο εκπρόσωπος της αστυνομίας.
Το απόγευμα, εκατοντάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο
κέντρο της ισπανικής πρωτεύουσας, φωνάζοντας συνθήματα όπως: «όχι στις περικοπές
στην εκπαίδευση!"
«Δεν θέλουμε να πληρώσουμε το χρέος σας με την
υγεία και την εκπαίδευση,» φώναζαν οι διαδηλωτές, απευθυνόμενοι στον Υπουργό
Παιδείας.
"Με κάνει να
λυπάμαι γιατί δεν δίνουν σε όλους την ευκαιρία να σπουδάσουν," ανέφερε ένας
18χρονος διαδηλωτής, ο μαθητής Karim Martinez. "Αυξάνουν τα δίδακτρα και κόβουν
τις υποτροφίες. Πολλοί γονείς δεν έχουν τα χρήματα να πληρώσουν για το
Πανεπιστήμιο.»
Σύμφωνα με τους διαδηλωτές, οι επιπτώσεις των μέτρων στη χρηματοδότηση
των πανεπιστημίων και των σχολείων έχουν γίνει αφόρητες.
"Η κατάσταση τώρα είναι τόσο ανυπόφορη ώστε δεν
υπάρχει τίποτα άλλο για εμάς από το να αγωνιστούμε" είπε η Marta
Valenzuela, μια 20χρονη φοιτήτρια εγκληματολογίας. «Η οικογένειά μου καλείται να
πληρώσει, και εμείς πρέπει να κάνουμε μεγάλες θυσίες,» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στο μεταξύ, τουλάχιστον 54 άνθρωποι
που κρατούνταν μετά από παρόμοιες διαμαρτυρίες την Τετάρτη αφέθηκαν ελεύθεροι
με εγγυήσεις, δήλωσε ο εκπρόσωπος της αστυνομίας. Συνελήφθησαν αφού έφτιαξαν οδοφράγματα
και άρχισαν να καίνε διάφορα αντικείμενα για να εμποδίσουν την πρόσβαση στην
πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου Complutense.
Η Μαδρίτη έχει δεχτεί ένα κύμα συλλαλητηρίων που ξεκίνησαν στις
22 Μαρτίου, όταν χιλιάδες Ισπανοί από όλη τη χώρα συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της
της πρωτεύουσας για να διαμαρτυρηθούν κατά της φτώχειας και της λιτότητας που επέβαλε η ΕΕ, τα οποία αργότερα μετατράπηκαν σε βίαιες
συγκρούσεις με την αστυνομία.
Το 2012, η κυβέρνηση Ραχόι προώθησε
μια σειρά αλλαγών στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας που εισήγαγαν νέα
συστήματα ταξινόμησης και αξιολόγησης και περαιτέρω περικοπές της χρηματοδότησης με
στόχο την εξοικονόμηση 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, υποτίθεται για να «σταθεροποιήσει»
τα δημόσια οικονομικά της χώρας.
Οι περικοπές στην
εκπαίδευση ήρθαν σαν συνέπεια της πολιτικής που προωθεί το Υπουργείο
Οικονομικών για να οδηγήσει τα επίπεδα ελλείμματος εντός των ορίων που θέτει η
Ευρωπαϊκή Ένωσης και να μειώσει το διογκούμενο ποσοστό ανεργίας, το οποίο έχει
αυξηθεί στα 26%.
Βίοι παράλληλοι, λοιπόν.
Ελλάδας και Ισπανίας.
Με κοινές τις εξοντωτικές πολιτικές λιτότητας τις οποίες
επιβάλλουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι τρόικες.
Με θύματα την εκπαίδευση, την υγεία, τις κοινωνικές υποδομές.
Και πάνω απ’ όλα τους ίδιους τους πολίτες αυτών των χωρών
και ιδιαίτερα τους νέους.
Μόνο που θα θέλαμε και τους νέους της Ελλάδας να δείχνουν
μεγαλύτερη αγωνιστικότητα και τόλμη.
Τέτοια που να αντιστοιχεί στη βαρβαρότητα των καιρών και να
τους οδηγεί σε μια καλύτερη, πιο ελπιδοφόρα προοπτική.
Τρίτη 25 Μαρτίου 2014
15 χρόνια μετά: Κοιτάζοντας πίσω στον «ανθρωπιστικό» βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ ή μήπως στην αρχή του Τέταρτου παγκοσμίου Πολέμου;
Σήμερα έχουμε τη δική
μας εθνική επέτειο.
Μόλις χτες όμως συμπληρώθηκαν
15 χρόνια από την «ανθρωπιστική» επίθεση του ΝΑΤΟ στην τότε Ομοσπονδιακή
Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.
Ήταν μια «δίκαιη»
επιχείρηση αποκατάστασης των ανθρώπινων δικαιωμάτων ή μήπως ένα από τα πρώτα
επεισόδια του Τέταρτου Παγκόσμιου
Πολέμου;
Ας παρακολουθήσουμε τη συζήτηση με βάση τα δύο άρθρα που
ακολουθούν.
Το πρώτο δημοσιεύτηκε χτες στο Russia Today.
Το δεύτερο είναι του ιταλού δημοσιογράφου, Claudio Gallo.
Χωρίς να εκφράζουν στο σύνολό τους τις απόψεις του Νέου
Μέτοικου, ωστόσο, παρουσιάζουν ενδιαφέρον συνδεόμενα με τις τελευταίες
εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας αλλά και στον κόσμο.
« Ακριβώς 15 χρόνια
πριν, στις 24 Μαρτίου, το ΝΑΤΟ άρχισε τον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας για 78
μέρες. Η Συμμαχία παρέκαμψε τα Ηνωμένα Έθνη με το πρόσχημα της επέμβασης για
«ανθρωπιστικούς» λόγους, προχωρώντας στην επίθεση που στοίχισε τη ζωή
εκατοντάδων πολιτών και προκάλεσε μια πολύ μεγαλύτερη καταστροφή από εκείνη που
υποτίθεται ότι απέτρεπε.
Χρόνια μετά, η Σερβία εξακολουθεί να φέρει βαθιές πληγές
από τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ που, όπως το έθεσε η Συμμαχία, στόχευαν στην
«πρόληψη της επέκτασης της αστάθειας" στο Κοσσυφοπέδιο. Ερωτηματικά παραμένουν
για τη νομιμότητα της επίθεσης, η οποία προκάλεσε απώλειες και μαζική
καταστροφή σ’ αυτή τη χώρα.
Με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση
Allied Force», αυτή ήταν η μεγαλύτερη επίθεση που ανέλαβε ποτέ η Συμμαχία. Ήταν
επίσης η πρώτη φορά που το ΝΑΤΟ χρησιμοποίησε στρατιωτική δύναμη χωρίς την
έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και εναντίον ενός κυρίαρχου
έθνους που δεν έθετε καμιά πραγματική απειλή για οποιοδήποτε μέλος της Συμμαχίας.
Το ΝΑΤΟ απέδειξε το 1999 ότι
μπορούσε να κάνει ό, τι θέλει με το πρόσχημα της "ανθρωπιστικής
επέμβασης," του «πολέμου ενάντια
στην τρομοκρατία,» ή του «προληπτικού πολέμου" - κάτι που ο καθένας μπορούσε
να δει τα επόμενα χρόνια σε διάφορα μέρη του πλανήτη.
Δεκαεννέα κράτη μέλη του
ΝΑΤΟ συμμετείχαν σε κάποιο βαθμό στην στρατιωτική εκστρατεία κατά της Ομοσπονδιακής
Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (Σερβία και Μαυροβούνιο), που διήρκεσε για 11
εβδομάδες μέχρι τις 10 Ιουνίου 1999.
Περισσότερα συντρίμμια,
λιγότερα «προβλήματα»
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας,
το ΝΑΤΟ εξαπέλυσε 2.300 πυραύλους σε 990 στόχους και έριξε 14.000 βόμβες,
συμπεριλαμβανομένων βομβών απεμπλουτισμένου ουρανίου και πυρομαχικών διασποράς
(οι βόμβες διασποράς που δεν εξερράγησαν συνέχισαν να αποτελούν σοβαρή απειλή και
μετά το τέλος της εκστρατείας). Πάνω από 2.000 άμαχοι σκοτώθηκαν, μεταξύ των
οποίων 88 παιδιά, και χιλιάδες ακόμη τραυματίστηκαν. Πάνω από 200.000 Σέρβοι
αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, στο Κοσσυφοπέδιο.
Αυτές που από το
ΝΑΤΟ χαρακτηρίστηκαν ως "παράπλευρες απώλειες" από τις αεροπορικές επιδρομές οδήγησαν σε
καταστροφή περισσότερα από 300 σχολεία, βιβλιοθήκες, και πάνω από 20
νοσοκομεία. Τουλάχιστον 40.000 σπίτια ισοπεδώθηκαν ή καταστράφηκαν μερικώς και
περίπου 90 ιστορικά και αρχιτεκτονικά μνημεία καταστράφηκαν. Για να μην
αναφέρουμε τη μακροπρόθεσμη ζημία που υπέστη η οικολογία της περιοχής και, κατά
συνέπεια, η υγεία των ανθρώπων, καθώς και η οικονομική ζημία δισεκατομμυρίων
δολαρίων.
Πριν από την
στρατιωτική επίθεση, το καθεστώς Μιλόσεβιτς είχε κατηγορηθεί για
"υπερβολική και δυσανάλογη χρήση βίας στο Κοσσυφοπέδιο." Αλλά η ισχύς που το ΝΑΤΟ χρησιμοποίησε για το βομβαρδισμό του
εδάφους ενός κυρίαρχου κράτους έδαφος ήταν
«λογική» και περιορισμένη; Η Διεθνής Αμνηστία κατηγόρησε τις συμμαχικές
δυνάμεις για τη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου.
Η Διεθνής Αμνηστία πιστεύει ότι “οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ
υπέπεσαν σε σοβαρές παραβιάσεις των νόμων του πολέμου που οδήγησαν σε ορισμένες περιπτώσεις, σε παράνομες
δολοφονίες αμάχων" αναφέρει το παρατηρητήριο των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε
μια έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2000.
Η Συμμαχία διέψευσε τις κατηγορίες,
λέγοντας ότι οι υποθέσεις που αφορούν τον θάνατο αμάχων οφείλονται σε
τεχνολογικές αδυναμίες ή ήταν απλά «ατυχήματα της σύγκρουσης.»
«Ποτέ δεν είπαμε ότι θα αποφύγουμε τις
απώλειες. Θα ήταν παράτολμο να το ισχυριστούμε, δεδομένου ότι καμία στρατιωτική
επιχείρηση στην ιστορία δεν ήταν τέλεια," είπε ο Jamie Shea, επικεφαλής
εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ, στον Guardian.
Το ΝΑΤΟ σταμάτησε την αεροπορική
του εκστρατεία με την υπογραφή της Στρατιωτικής Τεχνικής Συμφωνίας στο
Κουμανόβο στις 9 Ιουνίου 1999, με την Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση να συμφωνεί να
αποσύρει τις δυνάμεις από το Κοσσυφοπέδιο. Στις 10 Ιουνίου 1999, το Συμβούλιο
Ασφαλείας ενέκρινε το ψήφισμα 1244 που επέβαλε την αποστολή προσωρινής
διοίκησης του ΟΗΕ στο Κοσσυφοπέδιο (UNMIK).
Τον Αύγουστο του 2013, η Διεθνής Αμνηστία κατηγόρησε τη UNMIK για αποτυχία να
διερευνήσει σωστά τις απαγωγές και τις δολοφονίες των Σέρβων του Κοσσυφοπεδίου
μετά το τέλος του πολέμου του 1998-1999.
«Πέρασαν χρόνια και
η τύχη της πλειοψηφίας των απωλειών και στις δύο πλευρές της σύγκρουσης βρίσκεται ακόμα σε εκκρεμότητα, με τις οικογένειες να περιμένουν
ακόμα την απονομή δικαιοσύνης» δήλωσε η οργάνωση.
Ο βομβαρδισμός της
Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ: συμβολικό στάδιο του σύγχρονου παγκόσμιου πολέμου
του Claudio Gallo
Ο Claudio Gallo είναι
δημοσιογράφος, εργάζεται ως πολιτιστικός συντάκτης στη La Stampa, όπου διετέλεσε επίσης ως συντάκτης
για εξωτερικά θέματα και ανταποκριτής στο
Λονδίνο. Τα κύρια ενδιαφέροντα του αφορούν την πολιτική στη Μέση Ανατολή.
Αυτός ξεκίνησε το 1989 με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου
που σήμανε το τέλος του Τρίτου, γνωστού και ως ο Ψυχρού Πολέμου. Το τελευταίο
κεφάλαιο του Τέταρτου Παγκοσμίου Πολέμου είναι, προφανώς, η αποτυχημένη
προσπάθεια για απομάκρυνση της Ρωσίας από την Κριμαία, αλλά έως τώρα το πιο συμβολικό επεισόδιο παραμένει ο βομβαρδισμός
της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ που άρχισε στις 24 Μαρτίου 1999, ακριβώς πριν
από 15 χρόνια. Ήταν ένας πόλεμος κατά του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, αλλά επίσης
ένας πόλεμος για να μετατοπιστεί προς ανατολάς η επιρροή και τα όρια του
ΝΑΤΟ.
Η επιχείρηση Allied
Force, όπως την ονόμασε το ΝΑΤΟ, εκτυλίχτηκε
στις 78 ημέρες του βομβαρδισμού της
Γιουγκοσλαβίας του Μιλόσεβιτς με μια προοδευτικά αυξανόμενη ένταση, περνώντας από στρατιωτικούς σε στόχους
πολιτικών υποδομών. Περίπου 200 Σέρβοι
πολίτες έχασαν τη ζωή τους ως παράπλευρες απώλειες (σε αντιστοιχία περίπου 300
που πέθαναν στο Κοσσυφοπέδιο, κυρίως αλβανικής εθνικότητας), ενώ το ΝΑΤΟ δεν είχε
σχεδόν απώλειες κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων, μόνο μερικοί στρατιώτες σκοτώθηκαν σε υποτιθέμενη ατυχήματα.
Ο «Τέλειος» Πόλεμος
Ήταν ο τέλειος πόλεμος.
Ο βρετανός στρατιωτικός ιστορικός, John Keegan, απάντησε σχεδόν θεατρικά στην
Daily Telegraph για την αρχική παλιά πίστη του στους στρατιώτες πεζικού:
«υπάρχουν ορισμένες ημερομηνίες στην ιστορία του πολέμου που σημειώνουν τα
πραγματικά σημεία καμπής (...) Τώρα υπάρχει ένα νέο σημείο καμπής στο ημερολόγιο:
3 Ιουνίου του 1999, όταν η συνθηκολόγηση του Προέδρου Milosevic απέδειξε ότι
ένας πόλεμος μπορεί να κερδηθεί από τις αεροπορικές δυνάμεις μόνο.»
Ένας πολύ «καθαρός» πόλεμος με
πολλές έξυπνες βόμβες ικανές να σκορπιστούν στη Σερβία και να κτυπήσουν μόνο τα «κακά αγόρια», όπως προτάθηκε
από την ηχηρή προπαγάνδα. Η παρουσίαση
στη δυτική κοινή γνώμη της επίθεσης εντός της Ανατολικής Ευρώπης σαν ένα δίκαιο
πόλεμο δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση στην αρχή. Αλλά το κρυμμένο Persuaders είχαν
στο πλευρό τους την εμπειρία του George H. W. ο Μπους του πολέμου του κόλπου.
Αν ο πόλεμος του κόλπου ήταν η πρώτη τηλεοπτική πολέμου, ιδωμένη μέσα από το είδος
επιλογή του CNN κάμερες, η Γιουγκοσλαβία ήταν ο πρώτος πόλεμος του Διαδικτύου.
Έπρεπε να βρεθεί μια συμβολική πρόκληση. Αυτή ήταν η σφαγή
στο Racak, ένα χωριό του Κοσσυφοπεδίου στην οποία 45 Αλβανοί σκοτώθηκαν από τον
σερβικό στρατό σε απάντηση για το θάνατο 4 σέρβων αστυνομικών. Η αφήγηση του
ΝΑΤΟ ήταν το ότι οι βομβαρδισμοί ήταν συνέπεια της σερβικής εθνοκάθαρσης, αλλά
η αλήθεια ήταν, αντίθετα, ότι ήταν η επέμβαση του ΝΑΤΟ, που προκάλεσε ορισμένες
ενέργειες κατά του πληθυσμού του Κοσσυφοπεδίου, στην ένταση του πολέμου κατά των αυτονομιστών του UCK, που υποστηρίζΟΝΤΑΝ από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία.
Ο πρώην ηγέτης των
Εργατικών, Τόνι Μπεν (ο οποίος πέθανε πριν από λίγες ημέρες), δήλωσε στο
βρετανικό Κοινοβούλιο: "Ανεξάρτητα από τη νομιμότητα ή την ηθική του
πολέμου που ξεκίνησε εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, οι βομβαρδισμοί επιδείνωσαν σοβαρά
την προσφυγική κρίση."
Ο Richard Gott του Guardian (υπεράνω κάθε υποψίας) πίστευε ότι
"οι απότομες μετατοπίσεις του πληθυσμού του Κοσσυφοπεδίου προκλήθηκαν από τους
βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ και με την απόφαση των δυτικών κυβερνήσεων να επιβάλλουν
αδύνατους όρους πάνω στο Σερβικό
κυρίαρχο κράτος." Όπως σημειώνεται σε εκείνες τις ημέρες, πάντα από τον
Guardian: «Ο UCK έχει ήδη επανεφοδιαστεί με όπλα που μπαίνουν λαθραία στα σύνορα από την Αλβανία και
ανακατέλαβε χωριά που εγκαταλείφθηκαν από τις σερβικές δυνάμεις ασφαλείας.»
Για το Racak επίσης οι (υπεράνω
υποψία) Times είχαν κάποιες αμφιβολίες: "Η πραγματικότητα για το τι συνέβη
στο Racak εξακολουθεί να τυλίγεται απόαμφισβήτηση. Αυτό που είναι γνωστό είναι
ότι οι τέσσερις σέρβοι αστυνομικοί σκοτώθηκαν έξω από το χωριό σε μια ενέδρα του
Απελευθερωτικό στρατΟΎ του Κοσσυφοπεδίου (UCK). Στη συνέχεια τουλάχιστον 40 Αλβανικής
καταγωγής άνδρες από το χωριό πυροβολήθηκαν σε μια πρωινή επίθεση από τους Σέρβους.
Οι Σέρβοι λένε ότι όλοι οι νεκροί ήταν αντάρτες του UCK που σκοτώθηκε στη μάχη. Οι
Αλβανοί υποστήριζαν ότι ήταν όλοι πολίτες που σκοτώθηκαν μετά τη σύλληψη τους».
Αλλά ένα γεγονός ως αφορμή δεν ήταν αρκετό, για να πεισθούν οι πολίτες χρειάζεται μια
ιδεολογία, επειδή - παρά το θάνατο της ιδεολογίας που διακηρύχθηκε από τον
θριαμβεύοντα νεοφιλελευθερισμό – η ιδεολογία είναι πιο ζωντανή από ποτέ. Τα Ανθρώπινα
Δικαιώματα ήταν η ιδεολογία αυτή. Ας είμαστε σαφείς: Ποιος είναι κατά των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Αλλά ένα πράγμα είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, για χάρη
των οποίων ο επίσκοπος Juan Gerardi σκοτώθηκε στη Γουατεμάλα από τάγματα θανάτου το 1998, για
παράδειγμα, και ένα άλλο πράγμα είναι η ιδεολογία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
που την «υπεράσπιζαν» ο George W. Bush και ο Tony Blair.
Το Πρόσχημα της
«Ανθρωπότητας»
Στο Ηνωμένο Βασίλειο,
για να ανοίξει ο δρόμος για αυτήν την επιχείρηση, αξιοποιήθηκε το 1997 το Μανιφέστο
των Νέων Εργατικών. Ήταν η δημιουργία μιας «ηθικής εξωτερικής πολιτικής»:
"Οι Εργατικοί επιθυμούν η Βρετανία να είναι σεβαστή στον κόσμο για την
ακεραιότητα με την οποία διεξάγει τις εξωτερικές της σχέσεις. Θα καταστήσουμε
την προστασία και την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως το κεντρικό
στοιχείο της εξωτερικής μας πολιτικής. Θα εργαστούμε για τη δημιουργία ενός
διαρκούς Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τη διερεύνηση των γενοκτονιών,
εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας."
«Όποιος λέει
«ανθρωπότητα» θέλει να εξαπατήσει,» έγραψε ο Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν, επεσήμανε ο
Carl Schmitt. «Όποιος λέει Ανθρωπότητα» είναι επίσης ο τίτλος του βιβλίου που
Danilo Zolo, καθηγητή της φιλοσοφίας του δικαίου και της φιλοσοφίας του διεθνούς
δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, που έγραψε εκείνες τις ημέρες. «Στις
αρχές της δεκαετίας," γράφει ο Zolo, "η ανθρωπιστική επέμβαση"
υπήρξε βασικό στοιχείο της διεθνούς
στρατηγικής των ΗΠΑ. Ο ισχυρισμός τους ότι η "παγκόσμια ασφάλεια"
απαιτεί οι μεγάλες δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για την παγκόσμια τάξη οδήγησε
η Βεστφαλιανή αρχή της μη παρέμβασης στην εσωτερική δικαιοδοσία των εθνικών κρατών
να θεωρηθεί ξεπερασμένη. Ο πόλεμος που ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες
εναντίον της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας - ο πόλεμος στο
Κοσσυφοπέδιο το 1999 - τελικά θεμελίωσε την πρακτική του ανθρωπιστικού
παρεμβατισμού. Το ανθρωπιστικό κίνητρο αξιοποιήθηκε έτσι ρητά σαν ασφαλής αιτία
για έναν επιθετικό πόλεμο. Και οι ΗΠΑ διακήρυξαν ότι η χρήση βίας για ανθρωπιστικούς
λόγους ήταν νόμιμη, ακόμη και σε αντίθεση με το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, τις
αρχές του καταστατικού τους και την απόφαση του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης,
καθώς και με το διεθνές δίκαιο γενικότερα."
Ο Ιταλός φιλόσοφος
Costanzo τιτλοφόρησε το βιβλίο σχετικά με τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ «Η Ηθική του
Βομβαρδισμού». Ο Preve δήλωσε: "οι
ΗΠΑ έχουν δημιουργήσει μια τραγική κατάσταση στην οποία η φιλοσοφία των οικουμενικών
ανθρώπινων δικαιωμάτων συγκρούεται άμεσα με την διαστρεβλωμένη καρικατούρα, την
ιδεολογία της εξαγωγής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την ένοπλη ισχύ. Με την
αρχική Ελληνική έννοια, η τραγωδία αναφέρεται σε μια απελπιστική κατάσταση,
όπου κάθε απόφαση είναι κακή. Το πρόβλημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σήμερα
είναι ίσως το πιο τραγικό της εποχής μας. Από τη μία πλευρά, οι άνθρωποι σε όλο
τον κόσμο, σίγουρα, πρέπει να εκπαιδευτούν να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Επιπλέον, αυτή η εκπαίδευση θα έπρεπε να είναι φιλοσοφικά εδραιωμένη σε ένα
πραγματικό παγκόσμιο διάλογο χωρίς ποταπή προκατάληψη της Δυτικής ανωτερότητας,
ιδιαίτερα τις πιο χυδαίας έκδοσης που έρχεται σε μας ως θεία εντολή που εκδίδεται
από την πόλη του Ronald Reagan. Από την άλλη πλευρά, η συνολική υποδούλωση των
Ηνωμένων Εθνών στις ΗΠΑ και το επαίσχυντο καθεστώς της μαριονέτας, που αυτά
έχουν περιέλθει, έχει οδηγήσει σε μια ανεξέλεγκτη κατάσταση διεθνούς παρανομίας.
Κατά ειρωνικό τρόπο, στην Ιταλία ο Μιλόσεβιτς συνέπεσε με
τον πρώτο πρωθυπουργό που προέρχονταν από το παλαιό κομμουνιστικό κόμμα, τον Massimo
D'Alema. Έγραψε ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Φραντσέσκο Κοσίγκα: «η
προσγείωση του "Κομμουνιστή"
D'Alema στο Palazzo Chigi (την έδρα της κυβέρνησης) πραγματοποιήθηκε με την
πλήρη υποστήριξη της Ουάσιγκτον, σε αντάλλαγμα για την εγγύηση ότι η Ιταλία δεν
θα υπαναχωρήσει στον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου.»
Ακόμη περισσότερο ειρωνικά,
οι βομβαρδισμοί ξεκίνησαν την ίδια χρονιά που γεννήθηκε το ευρώ. Με την επίθεση
κατά της Γιουγκοσλαβίας η κυβέρνηση Κλίντον πήρε την ευκαιρία να αποδείξει σε
όλο τον κόσμο την πολιτική ασυνέπεια της νέας Ευρώπης, που πάντα εξαρτάται από
τις ΗΠΑ. Αγωνιζόμενη για την ιδεολογία
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Κοσσυφοπέδιο, η Ευρώπη πράγματι αγωνιζόταν για αυτοκρατορική ημερήσια διάταξη.
Για να παραθέσω τον Ιταλό φιλόσοφο Ντιέγκο Fusaro: "με
την κατάρρευση της διπολικής δομής του σύμπαντος, έχει αρχίσει μια νέα φάση,
των συγκρούσεων, όλα είναι διαφορετικά, και την ίδια στιγμή όλα βρίσκονται μέσα
στο νέο Τέταρτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτός είναι ένας γεωπολιτικός και
πολιτισμικός πόλεμος που διακηρύσσεται από την Οικουμενική Μοναρχία στον υπόλοιπο
κόσμο. Ένας πόλεμος ενάντια σε όλους τους λαούς και τα έθνη που δεν είναι
έτοιμοι να υποταχτούν στη δύναμή της, δηλαδή στην πολιτική της παγκόσμιας
κυριαρχίας δια μέσου της εμπορευματικής μορφής».
Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014
Πολιτικοί τριγμοί από τις δημοτικές εκλογές στη Γαλλία. Ανησυχία προκαλεί η άνοδος των ποσοστών του κόμματος της Λεπέν
Έντονες συζητήσεις
έχουν προκαλέσει τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των δημοτικών εκλογών στη
Γαλλία.
Ιδιαίτερη εντύπωση
προκαλούν τα ποσοστά που συγκέντρωσαν οι υποψήφιοι του ακροδεξιού Εθνικού
Μετώπου (FN).
Οι σοσιαλιστές του
προέδρου Φρανσουά Ολάντ έχασαν έδαφος στο σύνολό τους, απόδειξη της
δυσαρέσκειας που προκαλεί η ανεπιτυχής κυβερνητική πολιτική τους.
Εντυπωσιακό είναι και το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής που
υποχώρησε στο ιστορικά χαμηλό 61%.
Το FN κέρδισε σαφή πλειοψηφία με 50.26%
των ψήφων στη Henin Beaumont, μια βόρεια πόλη που παλιότερα στηρίζονταν στην
εξόρυξη άνθρακα και ιστορικά ψήφιζε Αριστερά. Ανεβασμένα ποσοστά σημείωσε και
στη νότια Γαλλία.
Ο πρωθυπουργός, Jean-Marc Ayrault, προέτρεψε τους
ψηφοφόρους να στηρίξουν κάθε υποψήφιο προκειμένου να ηττηθεί το FN στο δεύτερο
γύρο.
Οι Σοσιαλιστές ανακοίνωσαν ότι θα ενώσουν τις δυνάμεις τους
με τους Πράσινους και το Κομμουνιστικό Κόμμα, σε μια προσπάθεια να εμποδιστεί η
περαιτέρω άνοδος του FN στον δεύτερο γύρο.
Το FN, ένα κόμμα που εκφράζει
θέσεις εναντίον της ΕΕ, απαιτώντας σκληρούς περιορισμούς στη μετανάστευση, πήρε
προβάδισμα στις Αβινιόν, Περπινιάν, Μπεζιέ και Frejus στο νότο. Βρέθηκε,
επίσης, στη δεύτερη θέση στη Μασσαλία.
Ο δεύτερος γύρος της ψηφοφορίας θα
διεξαχθεί το επόμενο Σαββατοκύριακο, όπου πέρασαν 200 περίπου υποψήφιοι του FN..
Σε εθνικό επίπεδο το
κεντροδεξιό UMP και οι σύμμαχοί της αντιπολίτευσης συγκέντρωσαν το 47%, το
Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι σύμμαχοί του πήρε 38% και το FN ήταν 5%.
Σύμφωνα με τον σχολιαστή του BBC, Hugh Schofield, Οι επιτυχίες του FN στις δημοτικές εκλογές
είναι περισσότερο απόδειξη της περιχαράκωσης του στη γαλλική πολιτική.
Σίγουρα τα αποτελέσματα που σημείωσε πρέπει να ειδωθούν στην
προοπτική τους. Μετά το δεύτερο γύρο της επόμενης Κυριακής το FN πιθανότατα θα
ελέγχει μόνο μια χούφτα των πόλεων.
Ωστόσο, το ακροδεξιό αυτό
κόμμα προκαλεί τριγμούς στο γαλλικό πολιτικό σύστημα, καθώς εμφανίζεται ικανό να
εκπροσωπεί την αυξανόμενη δυσαρέσκεια.
Το FN θα λάβει μέρος σε
περισσότερες από 100 "τριγωνικές" ψήφους την επόμενη Κυριακή. Αυτά
είναι σε πόλεις όπου τρία κόμματα (συνήθως οι Σοσιαλιστές, το UMP και το FN)
προηγούνται από τον πρώτο γύρο.
Παραδόξως σ’ αυτές τις περιπτώσεις,
συνήθως ωφελούνται οι Σοσιαλιστές, διότι το εκλογικό σώμα της δεξιάς χωρίζεται.
Μερικές πόλεις μπορεί έτσι να «σωθούν» για την αριστερά.
(Σημειώνουμε ότι στη γαλλική πολιτική κουλτούρα και
αντίστοιχη γεωγραφία στην Αριστερά – La Gauche – αθροίζονται οι
Σοσιαλιστές, οι Κομμουνιστές και άλλα μικρότερα σχήματα ή εξωκοινοβουλευτικές
δυνάμεις.)
Στο Παρίσι δύο
γυναίκες βρίσκονται αντιμέτωπες για τη δημαρχία. Η Nathalie Kosciusko – Morizet,
εκπρόσωπος της Δεξιάς, έχει ένα μικρό προβάδισμα απέναντι στην υποψήφια των
Σοσιαλιστών, Anne Hidalgo, αλλά η νίκη της δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη. Αυτό
οφείλεται και στις πολιτικές συμμαχίες που θα γίνουν εν όψει του δεύτερου γύρου
των εκλογών αλλά και στο ιδιόρρυθμο εκλογικό σύστημα στο Παρίσι, όπου ο
δήμαρχος δεν εκλέγεται απευθείας από τους ψηφοφόρους, αλλά από ένα εκλογικό
σώμα συμβούλων από τις 20 επαρχίες που
ανήκουν στο μητροπολιτικό δήμο του Παρισιού.
Γενικότερα, οι ψήφοι του
ακροδεξιού FN ήταν αναλογικά υψηλές, με δεδομένο ότι υποψήφιοι του παρουσιάστηκαν
σε μόλις 600 από τις περίπου 36.000 εκλογικές περιφέρειες, σύμφωνα με ρεπορτάζ
του πρακτορείου Reuters.
Σύμφωνα με τον Hugh
Schofield αυτό αποτελεί σημαντική επιτυχία για το κόμμα αυτό καθώς και μια
έκφραση της αυξανόμενης αγανάκτησης απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα της Δεξιάς
και της Αριστεράς.
Το FN αναμένεται, επίσης, να ενισχύσει
τις θέσεις του στις ευρωεκλογές στα τέλη Μαΐου σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Ήταν η πρώτη μεγάλη εκλογική
δοκιμασία για τον πρόεδρο Ολάντ, ο οποίος είναι βαθύτατα αντιδημοφιλής μετά από
σχεδόν δύο χρόνια στην εξουσία.
Θα περιμένουμε να ολοκληρωθεί και ο δεύτερος γύρος ώστε να
δούμε τα συνολικότερα συμπεράσματα.
Είναι γεγονός, όμως, ότι οι σκληρές πολιτικές λιτότητας που
εφαρμόζονται στην ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι στιγμής τροφοδοτούν πολιτικά την
ακροδεξιά.
Αυτό έχει καταγραφεί και σε πολλές άλλες χώρες – Ολλανδία,
Φιλανδία, Ουγγαρία κα.
Οι Σοσιαλιστές, εμμένοντας σ’ αυτές τις πολιτικές και στην
ουσία λειτουργώντας ως συμπλήρωμα των κυρίαρχων δεξιών δυνάμεων καταγράφουν
συνεχείς απώλειες και συρρίκνωση των εκλογικών τους ποσοστών.
Αλλά και δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν μπορούν –
μέχρι στιγμής – να κεφαλαιοποιήσουν και να δρομολογήσουν σε μια διαφορετική
προοπτική αυτή τη δυσαρέσκεια.
Μένει να δούμε αν αυτές οι ευρωεκλογές παρουσιάσουν τη
δυνατότητα ν’ ανοίξει ένας άλλος δρόμος.
Κυριακή 23 Μαρτίου 2014
Ο νέος δίσκος του Σωκράτη Μάλαμα – η μουσική πρόταση γι’ αυτή την Κυριακή
Η μουσική μας πρόταση
γι’ αυτή την Κυριακή είναι ο τελευταίος δίσκος του Σωκράτη Μάλαμα, με τον τίτλο
«Ο Χάρτης»..
Ενός ιδιαίτερου τραγουδοποιού και καλλιτέχνη.
Με πολλούς φανατικούς φίλους.
Σημαντικές αλλαγές στην παγκόσμια διακυβέρνηση του Ίντερνετ: νέες προοπτικές ή και κίνδυνοι χειραγώγησης του παγκόσμιου ιστού από τις κυβερνήσεις;
Εδώ και καιρό το
ζήτημα της διακυβέρνησης του διαδικτύου αποτελεί καυτό θέμα στην παγκόσμια αντιπαράθεση.
Μέχρι σήμερα την
εποπτεία του συστήματος είχε το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ που είχε εκχωρήσει
το δικαίωμα παροχής και ελέγχου των domain στον οργανισμό ICANN, που εδρεύει στην Καλιφόρνια.
Πρόσφατα την Παρασκευή, 15 Μαρτίου
ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ προέβη σε μια δήλωση ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο
να παραχωρηθεί και σε άλλους φορείς το δικαίωμα εκχώρησης domain.
Η διακυβέρνηση του Ίντερνετ αποτελεί σημείο αντιπαράθεσης
μεταξύ των ισχυρών κρατών και παγκόσμιων γεωπολιτικών δυνάμεων – ΗΠΑ, Ρωσία,
Κίνα, Ευρωπαϊκή Ένωση – διεκδικούν βαρύνοντα ρόλο σ’ αυτήν.
Όπως βεβαίως και οι γίγαντες της πληροφορικής και της επικοινωνίας
– εταιρείες όπως η Microsoft, Google κα.
Πολιτικοί επιστήμονες,
διανοούμενοι και αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο τρόπος διακυβέρνησης του
διαδικτύου επηρεάζει και θα επηρεάσει και την παγκόσμια διακυβέρνηση, το
χαρακτήρα της πολιτικής αναμέτρησης και λειτουργίας.
Οι στρατηγικοί
παίχτες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό – πολιτικοί και οικονομικοί – ετοιμάζονται να
πάρουν θέσεις σ’ αυτή τη νέα εποχή.
Ενώ από τους υποστηρικτές της ελευθερίας της πληροφόρησης,
ακτιβιστές του διαδικτύου και κριτικούς διανοούμενους υποστηρίζεται ότι με αυτό
τον τρόπο επιχειρείται ακόμη μεγαλύτερη χειραγώγηση του διαδικτύου από τα
κράτη, τις κυβερνήσεις και τα μεγάλα συμφέροντα.
Χαρακτηριστικά, άλλωστε, είναι τα
τελευταία γεγονότα με την παρέμβαση του Ερντογάν στο Twiitter.
Αλλά, βέβαια, παρόμοιες ή και
χειρότερες πρακτικές έχουν καταγγελθεί στις ίδιες τις ΗΠΑ (περίπτωση
Σνόουντεν), τη Ρωσία και την Κίνα.
Οι νέες εξελίξεις
επηρεάζουν και τον περιφερειακό ανταγωνισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι συγκεκριμένες
πόλεις σπεύδουν να αξιοποιήσουν τη δυνατότητα για δικό τους domain.
Με πρώτο το Βερολίνο …
και ακολουθούν και άλλες πόλεις.
Στην κοσμογονία αυτή, ερώτημα είναι ποια είναι η θέση της Ελλάδας
και ποια η ετοιμότητά της να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις;
Ρητορικό, βεβαίως, το ερώτημα αφού τόσο η δημόσια συζήτηση
γι’ αυτά τα θέματα όσο και οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες.
Παρουσιάζουμε σήμερα – στην προσπάθεια να φωτίσουμε αυτό το
πρόβλημα – τρία άρθρα: ένα της Russia Today, που απηχεί τις απόψεις
του Κρεμλίνου. Ένα της σύνταξης tvn New York Times, που δείχνει τις αμερικανικές
διαθέσεις. Και ένα του BBC που αναφέρεται στην περίπτωση
του Βερολίνου.
«Εν μέσω του νέφους για τη NSΑ, οι
ΗΠΑ ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν το βασικό εποπτικό τους ρόλο στο διαδίκτυο
Άρθρο της Russia
Today
Η αμερικανική
κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόσφατα ότι οι ΗΠΑ θα εγκαταλείψουν τη μακροχρόνια εποπτεία
της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της διεύθυνσης του Διαδικτύου, ικανοποιώντας τους διεθνείς
επικριτές της, ενώ πιθανόν «φόβισε» ορισμένους ηγέτες αμερικανικών
επιχειρήσεων.
Ο Lawrence Ε. Strickling, υφυπουργός Εμπορίου για τις επικοινωνίες και την
πληροφόρηση, δήλωσε στον Craig Timberg της Washington Post ότι οι αρχές των ΗΠΑ
σχεδιάζουν είτε να τερματίσουν είτε να
μειώσουν δραστικά τη σύμβαση μεταξύ του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ και της Internet
Corporation for Assigned Names and Numbers (Εταιρεία Διαδικτύου για την
Εκχώρηση Ονομάτων και Αριθμών - ICANN). Η μακροχρόνια συμφωνία της αμερικανικής κυβέρνησης με την
μη κερδοσκοπικού
χαρακτήρα εταιρεία που έχει έδρα στην Καλιφόρνια
έχει προγραμματιστεί να λήξει το επόμενο έτος, αλλά μπορούσε να επεκταθεί εάν ο
σχεδιασμός δεν εκτελούνταν κατά τρόπο έγκαιρο.
"Η στιγμή είναι κατάλληλη για να
ξεκινήσει η διαδικασία της μετάβασης," δήλωσε ο Strickling. "Επιδιώκουμε
με την ICANN να προχωρήσουμε στη σύγκληση με τους μετόχους σε ολόκληρη την
παγκόσμια κοινότητα του Διαδικτύου, προκειμένου να δημιουργήσουμε ένα κατάλληλο
σχέδιο μετάβασης."
Η άμεση συνέπεια της απόφασης είναι ασαφής,
ωστόσο οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες έχουν βρεθεί κάτω από έντονη πίεση για να
ενεργήσουν με οποιοδήποτε τρόπο αφότου ο Έντουαρντ Σνόουντεν προχώρησε στη διαρροή
διαβαθμισμένων εγγράφων της Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NSA) πέρυσι, δείχνοντας ότι η υπηρεσία πληροφοριών καταγράφει και
αναλύει μεγάλο μέρος της επικοινωνίας που μεταδίδεται μέσω των ιστοχώρων που έχουν
βάση τις ΗΠΑ.
Καθώς οι διεθνείς
καταγγελίες γίνονταν εντονότερες αναπτύχθηκε η φημολογία ότι τα Ηνωμένα Έθνη θα
αναλάμβαναν έναν μεγαλύτερο ρόλο στη διακυβέρνηση του Διαδικτύου. Πολλοί παγκόσμιοι
ηγέτες είχαν υποστηρίξει ένα τέτοιο μέτρο, παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν το
ευνοούσαν και η ανακοίνωση της Παρασκευής φάνηκε να ελαχιστοποιεί αυτή τη
δυνατότητα.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανέφερε
ότι προτίθεται να βοηθήσει στη δημιουργία ενός νέου οργάνου για την εποπτεία
και ότι αυτό πρέπει να έχει την πλήρη εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας.
«Χαιρετίζω την έναρξη αυτής της διαδικασίας μετάβασης που
περιγράψατε. Η παγκόσμια κοινότητα θα συμμετέχει πλήρως," δήλωσε ο Fadi Chehadé, πρόεδρος του ICANN, στην Post. "Δεν
θα γίνει τίποτα με τρόπο που να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια και τη
σταθερότητα του Διαδικτύου".
Δεν είναι όλα τα
μέρη τόσο ενθουσιώδη, όμως, αφού εκφράζεται σκεπτικισμός για το αν η ICANN έχει
κάνει αρκετά για να διατηρήσει ένα ασφαλές περιβάλλον στο Διαδίκτυο. Η πρωταρχική
ευθύνη του οργανισμού είναι να εποπτεύει την εκχώρηση online τομέων (domain). Επί του παρόντος βρισκόμαστε στη μέση μιας τεράστιας
μετάβασης που περιλαμβάνει την προσθήκη εκατοντάδων νέων δικτυακών domains, όπως .management, .army, και .expert και όχι πια των
παραδοσιακών .com ή. Org.
Μια δημοφιλής κριτική που ασκείται στην ICANN είναι ότι αυτή υποχωρεί
στις απαιτήσεις και τα συμφέροντα της κερδοφόρου βιομηχανίας παροχής domain και όχι ότι την
ελέγχει και ρυθμίζει.
Στο μεταξύ, οι διεθνείς ηγέτες θα συνεδριάσουν στη
Σιγκαπούρη στις 24 Μαρτίου για να συζητήσουν σχετικά με το μέλλον του Διαδικτύου».
«H επικαιροποίηση της Διακυβέρνησης
του Διαδικτύου
Editorial
των New York Times στις 18/3/2014
Το τεχνικό ζήτημα της διαχείρισης των διευθύνσεων
και των domain έχει συχνά αποκτήσει γεωπολιτικές προεκτάσεις. Περίπου ένα χρόνο
πριν, ορισμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας και της Κίνας προσπάθησαν
να πιέσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες ώστε να παραιτηθούν από τη διαχείριση και το
συντονισμό των διευθύνσεων στο διαδίκτυο και αυτή να μεταφερθεί στο
τηλεπικοινωνιακό τμήμα των Ηνωμένων Εθνών.
Το σύστημα ονομασίας των domain του Διαδικτύου, το οποίο παρέχει
μοναδικά αναγνωριστικά και χαρακτηριστικά για τους δικτυακούς τόπους, έχει
υπηρετήσει τον κόσμο καλά. Κατέστησε δυνατό οι άνθρωποι να μπορούν να βρουν sites ανεξάρτητα με το πού βρίσκονται.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι προσπάθειες για να αλλάξει το σύστημα – το
οποίο διαχειρίζεται μια μη κερδοσκοπική οργάνωση κάτω από μια σύμβαση με το
Υπουργείο Εμπορίου - θα πρέπει να αντιμετωπισθούν με σκεπτικισμό, ιδιαίτερα
όταν προέρχονται από κυβερνήσεις που δεν σέβονται την ελευθερία της έκφρασης.
Για τους επικριτές των
Ηνωμένων Πολιτειών, η αμερικανική εποπτεία του συστήματος έχει γίνει ένα
πρόσχημα για να απαιτήσουν αλλαγές, και ακόμα περισσότερο υπό το φως των
αποκαλύψεων του Edward Snowden σχετικά με την παρακολούθηση της κυβέρνησης.
Όμως, πολλές από τις ιδέες που προτάθηκαν από άλλες χώρες είναι δυνητικά
ανησυχητικές. Η παράδοση του ελέγχου του συστήματος στη Διεθνούς Ένωση
Τηλεπικοινωνιών, έναν οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, όπως η Κίνα και η Ρωσία
πρότειναν στα τέλη του 2012, θα μπορούσε να δημιουργήσει τη δυνατότητα στα κράτη
να επιχειρήσουν τη φίμωση του λόγου, για παράδειγμα, επιβάλλοντας οι ιστοσελίδες που εκφράζουν διαφωνίες να μην επιτρέπεται
να αποκτούν ονόματα τομέα (domains).
Σε μια προσπάθεια να διασφαλιστεί
ότι η διαχείριση των διευθύνσεων του Διαδικτύου δεν θα πολιτικοποιηθεί με αυτόν
τον τρόπο, το υπουργείο Εμπορίου την περασμένη εβδομάδα, δήλωσε ότι, αρχής
γενομένης από τον Σεπτέμβριο του 2015 θα παραδώσει την εποπτεία του συστήματος
ονομάτων τομέα (domain)
στην παγκόσμια κοινότητα των επιχειρήσεων, ομάδων δημοσίου συμφέροντος,
ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων και κυβερνήσεων. Δεν είπε, βεβαίως, πώς
αυτή η μεγάλη, και, ενδεχομένως, δυσκίνητη, ομάδα θα διεξάγει τις
δραστηριότητές της. Αλλά εκπρόσωποι του υπουργείου δήλωσαν ότι προτίθενται να
διασφαλίσουν ότι δεν θα προκαλέσει εμπόδιο στο άνοιγμα, την ασφάλεια και τη σταθερότητα
που είναι απαραίτητα για τη λειτουργία του Διαδικτύου.
Οι λεπτομέρειες σχετικά με την
αλλαγή θα πρέπει να εκπονηθούν μέσα στους επόμενους μήνες σε συζητήσεις που
συγκαλούνται από την Internet Corporation for Assigned Names and Numbers, το
συμβεβλημένο μέρος που διαχειρίζεται το σύστημα διευθύνσεων για το Υπουργείο
Εμπορίου. Η πρώτη συνεδρίαση έχει προγραμματιστεί να διεξαχθεί στη Σιγκαπούρη
την επόμενη εβδομάδα. Η ICANN
έχει δηλώσει ότι δεν θα
υποστηρίξει οποιαδήποτε μεταβολή η οποία θα αντικαταστήσει το σημερινό σύστημα
με έναν οργανισμό που θα καθοδηγείται από μια κυβέρνηση ή ένα διακυβερνητικό
σώμα.
Από της πρώτες του ημέρες
σαν δίκτυο που δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε από την αμερικανική κυβέρνηση
και τους επιστήμονες των πανεπιστημίων, το Διαδίκτυο έχει εξελιχθεί σε ένα
ζωτικής σημασίας εργαλείο που χρησιμοποιείται από δισεκατομμύρια ανθρώπων σε
όλο τον κόσμο. Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι μια σαφής εξέταση των
πλεονεκτημάτων και των αδυναμιών του σημερινού συστήματος των διευθύνσεων του
Διαδικτύου και πώς αυτό μπορεί να γίνει καλύτερο».
« Το Βερολίνο φαίνεται ότι πρόκειται
να γίνει η πρώτη πόλη στον κόσμο με το δικό internet domain.
Δημοσίευμα στο BBC
online – 14/3/2014
Οι εταιρείες ή οι ιδιώτες που εδρεύουν στη
γερμανική πρωτεύουσα θα είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει το .berlin στο τέλος
των διευθύνσεων των ιστοσελίδων τους, από τις 18 Μαρτίου, αναφέρει το
πρακτορείο ειδήσεων dpa. Το επίθημα - τεχνικά γνωστό ως ένα γενικό top-level domain (gTLD) - δημιουργήθηκε βάσει συμφωνίας μεταξύ της
τοπικής κυβέρνησης του Βερολίνου και του ICANN, του οργανισμού με έδρα τις ΗΠΑ
που συντονίζει παγκόσμια διαδικτυακά συστήματα.
Μετά το Βερολίνο,
πόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι, η Νέα Υόρκη, το Γιοχάνεσμπουργκ και η ιαπωνική
πόλη Ναγκόγια θα ξεκινήσουν δικά τους domains. Η κατάληξη .london θα είναι διαθέσιμη τον Απρίλιο. Μιας ενιαία ιστοσελίδα με
την κατάληξη .wien, που αντιπροσωπεύει την αυστριακή πρωτεύουσα Βιέννη, έχει
παρουσιαστεί από τις αρχές Μαρτίου, αλλά η δημόσια εγγραφή για αυτό το gTLD δεν θα ανοίξει μέχρι τον Ιούλιο.
«Τα Domains είναι περιγραφικά,
δεν είναι ακριβώς κρυπτογραφικές συντομογραφίες όπως το .org ή .com,», αναφέρει
ο Dirk Krischenowski του dotBerlin, που λειτουργεί το νέο τομέα. Επισημαίνει ότι τα domains με βάση την τοποθεσία
θα μπορούσαν να οδηγήσoυν σε μια θεμελιώδη
αλλαγή για το πώς χρησιμοποιείται το Διαδίκτυο.
Η κατάληξη .berlin θα κοστίζει μεταξύ 30-60 ευρώ ετησίως, και αναμένεται να
αποφέρει 500.000 ευρώ κατά το πρώτο έτος».
Και μια σύντομη αναφορά στην ιστορία του Διαδικτύου
Εδώ γεννήθηκε το Internet
Στις 12 Μαρτίου ο
Παγκόσμιος Ιστός γιόρτασε τα 25α γενέθλιά του, η επέτειος αυτή δεν θα ήταν όμως
δυνατή αν δύο δεκαετίες νωρίτερα δεν είχε προηγηθεί το ARPANET, το πρώτο δίκτυο
μεταγωγής δεδομένων σε «πακέτα». Το πρώτο διαδικτυακό μήνυμα του ARPANET εστάλη
το 1969 από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA). Αν και η
πρώτη απόπειρα ήταν μάλλον «λειψή» (το σύστημα πρόλαβε να στείλει μόλις δύο
γράμματα και μετά «κράσαρε»), σύντομα τα δεδομένα άρχισαν να «τρέχουν»,
ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία των επικοινωνιών. Σήμερα, η αίθουσα
από όπου έγινε η ιστορική αποστολή έχει μετατραπεί σε μουσείο, προσφέροντας στο
κοινό την ευκαιρία να δει το «δωμάτιο όπου γεννήθηκε το Internet.
Απ' έξω η αίθουσα 3420 στο κτίριο Boelter Hall
του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες δεν «τραβάει» καθόλου το
μάτι: μέσα από το τζάμι της καθ' όλα συνηθισμένης πόρτας φαίνεται ένα «αρχαίο»
μηχάνημα που μοιάζει με μεγάλη γραφομηχανή και κάτι που μοιάζει με μεταλλικό
ντουλάπι από όπου προεξέχουν ηλεκτρονικά εξαρτήματα και καλώδια. Κι όμως, αυτές
οι «παλιατζούρες», οι οποίες 45 χρόνια πριν αποτελούσαν την τελευταία λέξη της
τεχνολογίας, ήταν εκείνες που οδήγησαν στο σημερινό θαύμα του Internet.
Ενώ ήταν ακόμη
φοιτητής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης, ο Λέοναρντ Κλάινροκ,
σήμερα καθηγητής στο UCLA, συνέλαβε τη μαθηματική βάση της μεταγωγής πακέτων
(packet switching), της μετάδοσης των δεδομένων ως ανεξάρτητων «πακέτων» σε
κόμβους, οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιούνται από πολλούς χρήστες - το packet
switching αποτελεί σήμερα τη βάση του Internet. Η ιδέα του Κλάινροκ, την οποία
ανέπτυξε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στο διδακτορικό του, προσέλκυσε το
ενδιαφέρον της ARPA, της Υπηρεσίας Προωθημένων Ερευνών του αμερικανικού
υπουργείου Αμυνας (νυν DARPA). Η ARPA αποφάσισε να χρηματοδοτήσει ένα πιλοτικό
πρόγραμμα για την ανάπτυξη ενός τέτοιου πρωτοποριακού δικτύου.
Μία ομάδα μηχανικών ηλεκτρονικών υπολογιστών της BBN
ανέπτυξε έναν πρωτοποριακό κόμβο διεπαφής επεξεργασίας μηνυμάτων - Interface
Message Processor ή IMP - ο οποίος αποτέλεσε ουσιαστικά το πρώτο router. Ο
πρώτος IMP τοποθετήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Λος Αντζελες στην Καλιφόρνια, όπου
εργαζόταν πλέον ο δρ Κλάινροκ, ο οποίος και ανέλαβε να σχεδιάσει το δίκτυο και
να διεξαγάγει πειράματα.
«LO» - το πρώτο μήνυμα
Στις 29 Οκτωβρίου του
1969 ο δρ Κλάινροκ και η ομάδα του συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα 3420 για να
προσπαθήσουν να στείλουν το πρώτο μήνυμα στο Ινστιτούτο Ερευνών του Στάνφορντ,
όπου είχε εγκατασταθεί ένας δεύτερος κόμβος. Το μήνυμα ήταν «LOGIN», μόλις όμως
πάτησαν τα πρώτα δύο πλήκτρα το σύστημα «κράσαρε». Το πρώτο μήνυμα, λοιπόν, που
στάλθηκε από το δίκτυο που αργότερα θα εξελισσόταν στο Internet ήταν, όπως
αφηγήθηκε ο ίδιος ο καθηγητής Κλάινροκ στο διαδικτυακό περιοδικό Gizmodo, ένα
απλό «LO». Μία ώρα αργότερα, ωστόσο, οι ερευνητές επανέλαβαν την προσπάθεια,
αυτή τη φορά με επιτυχία.
Τον Δεκέμβριο του 1969 τέσσερις IMP είχαν εγκατασταθεί σε μόνιμη
βάση - στο UCLA, στο Στάνφορντ, στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα
Μπάρμπαρα και στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα. Το 1970 οι IMP πέρασαν στην
Ανατολική Ακτή, ενώνοντας 13 κόμβους σε διάφορα ερευνητικά κέντρα. Το 1971 ο
αριθμός αυξήθηκε στους 18 και η ανάπτυξη αυτή συνεχίστηκε με σταθερό ρυθμό: το
1981 το δίκτυο έφθασε πλέον να ενώνει 213 υπολογιστές, ενώ ένας ακόμη συνδεόταν
κάθε 20 ημέρες, οδηγώντας σταθερά στην «έκρηξη» του Internet που ακολούθησε.
Ξεχασμένα και πεταμένα
Μετά την πρώτη δόξα, ωστόσο, η αίθουσα 3420 πέρασε στην...
αφάνεια. Τα «αρχαία» πλέον με την πρόοδο της τεχνολογίας αποσύρθηκαν και ο
χώρος μετατράπηκε σε εργαστήριο με μοντέρνο εξοπλισμό για τις επόμενες γενιές
φοιτητών. Το 2011, όμως, το πανεπιστήμιο ίδρυσε το Κέντρο Ιντερνετικών Σπουδών
Κλάινροκ (Kleinrock Center for Internet Studies) προς τιμήν του καθηγητή. Ο
ίδιος ο Λέοναρντ Κλάινροκ ανέλαβε, μαζί με μια ομάδα συνεργατών του, να
«αναστήσει» το «δωμάτιο του Internet», ώστε να γίνει η έδρα του νέου κέντρου.
Πέραν του ηλεκτρονικού εξοπλισμού, η αίθουσα αποκαταστάθηκε
πλήρως, αποκτώντας το ντεκόρ της εποχής με κάθε λεπτομέρεια - η ομάδα των
ερευνητών συνέθεσε ακόμη και το ίδιο χρώμα στους τοίχους με βάση παλιές φωτογραφίες. Έτσι, σήμερα οι επισκέπτες μπορούν να δουν «ζωντανό» ένα κομμάτι της σύγχρονης
ιστορίας μας. «Πόσες επαναστάσεις ξέρετε που να μπορείτε να δείτε - μέσα σε
μερικά μέτρα - από πού ακριβώς ξεκίνησαν;» δηλώνει με υπερηφάνεια ο καθηγητής
Κλάινροκ. «Εδώ, σε αυτή τη μηχανή, το Internet ήρθε στη ζωή, είπε τις πρώτες
του λέξεις».
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)