Κυριακή 15 Μαρτίου 2015
Η Commerzbank της Γερμανίας αναγκάστηκε να πληρώσει 1,5 δισεκατομμύρια δολάρια για απάτη και ξέπλυμα βρόμικου χρήματος στις ΗΠΑ – ένα άρθρο των New York Tmes
Παρουσιάζουμε σήμερα ένα άρθρο του Ben Protess στους New York Times που είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό για τον τρόπο δράσης των μεγάλων
τραπεζών και ειδικότερα των γερμανικών, με πρόσφατο παράδειγμα αυτό της Commerzbank.
“Ακολουθώντας τη διαδρομή του
παράνομου χρήματος από τη Γενεύη στο Παρίσι με ενδιάμεσες στάσεις στο Λονδίνο,
οι αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών προχώρησαν σε μια σαρωτική επιχείρηση και δίωξη
ενάντια σε μερικές από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Την Πέμπτη, η
διαδρομή αυτή οδήγησε στην Commerzbank της Γερμανίας , η οποία συμφώνησε να καταβάλει
σχεδόν 1.5 δισεκατομμύριο αμερικανικά δολάρια
και να απολύσει ορισμένους από τους υπαλλήλους της ώστε να αντιμετωπίσει μια
σειρά από κατηγορίες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η υπόθεση, το τελευταίο
εγκληματικό περιστατικό, για μια γιγαντιαία παγκόσμια τράπεζα που κατηγορείται
για τη διακίνηση βρόμικου χρήματος μέσα από το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό
σύστημα, κλείνει τον κύκλο σε αρκετές έρευνες στην Commerzbank, ενός από τους
μεγαλύτερους δανειστές στη Γερμανία.
Ένα
σκέλος της υπόθεσης επικεντρώθηκε στις συναλλαγές της Commerzbank με ιρανικές
εταιρείες που βρίσκονται στη μαύρη λίστα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες δείχνουν ότι η τράπεζα προωθούσε εκατοντάδες
εκατομμύρια δολάρια στη Νέα Υόρκη για λογαριασμό τους. Οι εισαγγελείς κατηγόρησαν
επίσης την τράπεζα ότι διευκόλυνε την Olympus Corporation, την ιαπωνική
κατασκευάστρια εταιρεία ιατροτεχνολογικών προϊόντων και φωτογραφικών μηχανών,
για να ενορχηστρώσει μια τεράστια λογιστική απάτη.
Συνολικά,
οι έρευνες ήταν ένας μαγνήτης για τις ομοσπονδιακές και πολιτειακές αρχές. Όχι
λιγότερα από οκτώ ρυθμιστικά και εισαγγελικά γραφεία και υπηρεσίες, επιπλέον
και το FBI στη
Νέα Υόρκη, είχαν ως στόχο την τράπεζα, αν και αυτή εξακολουθεί να αποφεύγει ένα
κατηγορητήριο με το χειρότερο αποτέλεσμα.
Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να
λάβουν σοβαρά υπόψη αυτό το μήνυμα: Οι τράπεζες που λειτουργούν στις Ηνωμένες
Πολιτείες πρέπει να συμμορφώνονται με τους νόμους, και οι τράπεζες, που αγνοούν
τις προειδοποιήσεις όσων είναι επιφορτισμένοι με την τήρηση τους, θα πληρώσουν
ένα πολύ υψηλό τίμημα, δήλωσε ο Leslie Caldwell, επικεφαλής του ποινικού
τμήματος του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο οποίος χειρίζεται το ποινικό μέρος της
υπόθεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με το γραφείο του εισαγγελέα στο Μανχάταν
και ομοσπονδιακούς εισαγγελείς στην Ουάσιγκτον.
Οι επικαλυπτόμενες δράσεις, μια
ασυνήθιστη επίδειξη δύναμης, ακόμη και σε σχέση με τα πρότυπα των περιπτώσεων
από τη Wall Street, υπογραμμίζουν την προτεραιότητα που οι αρχές των Ηνωμένων
Πολιτειών έχουν δώσει για το ξέπλυμα χρήματος καθώς και στην επιβολή κυρώσεων
για τις παραβιάσεις. Τους ερχόμενους
μήνες μετά τον διακανονισμό για την BNP
Paribas που ήταν δη μεγαλύτερη από τις περιπτώσεις για 8.900.000.000 δολάρια, η
υπόθεση της Commerzbank σηματοδοτεί ότι η έρευνα εισέρχεται σε μια νέα και
τελική φάση, με την Deutsche Bank, Credit Agricole, την UniCredit και τη
Societe
General να απομένουν να διακανονιστούν. Η
υπόθεση της Standard Chartered διακανονίστηκε
το 2012, αλλά είναι υπό διερεύνηση και πάλι σε σχέση με τα νέα στοιχεία
κακοδιαχείρισης.
Οι
περιπτώσεις που σχετίζονται με τις παραβιάσεις των Bank Secrecy Act και International Emergency
Economic Powers Act, καθώς και των νόμων των σχετικών με τις τράπεζες στην πολιτεία
της Νέας Υόρκης είναι ένα ακανθώδες
ζήτημα για πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες. Και οι αμερικανικές τράπεζες,
φυσικά, είχαν τριβές με το νόμο για τη χειραγώγηση ξένων νομισμάτων καθώς και
για άλλα παραπτώματα, αλλά έχουν αποφύγει σε
μεγάλο βαθμό τα προβλήματα του ξεπλύματος χρήματος που έχουν επανειλημμένα
εμπλακεί οι ξένοι ανταγωνιστές τους.
Με βάση τη συμφωνία που ανακοινώθηκε την
Πέμπτη, η Commerzbank συμφώνησε σε ένα συγκερασμό των ποινών. Εκτός από
την ποινή των 1,450,000,000 δολαρίων που
κατανέμεται μεταξύ του Τμήματος των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών της
Νέας Υόρκης, του εισαγγελικού γραφείου του Μανχάταν, του γραφείου του
ομοσπονδιακού εισαγγελέα στο Μανχάταν, του Υπουργείου Οικονομικών, της
Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και του ποινικού τμήματος του Υπουργείου Δικαιοσύνης,
η τράπεζα συμφώνησε να παραδεχτεί τη συμπεριφορά της σε μια δήλωση των
πραγματικών περιστατικών. Η συμφωνία με τον εκπρόσωπο της ρυθμιστικής αρχής
της Νέας Υόρκης, Benjamin M. Lawsky, απαιτεί, επίσης, η τράπεζα να δεχτεί την
εγκατάσταση ενός ανεξάρτητου επόπτη και να απολύσει μεμονωμένους υπαλλήλους που
συνδέονται με την υπόθεση, με αποτέλεσμα την παραίτηση του υπευθύνου του ξεπλύματος
των χρημάτων και την επιβολή κυρώσεων συμμόρφωσης στο υποκατάστημα της τράπεζας
στη Νέα Υόρκη.
Ωστόσο,
παρ’ όλους τους εξονυχιστικούς ελέγχους, η τράπεζα απέφυγε ένα κατηγορητήριο ή
από το να δηλώσει ένοχος. Αντ` αυτού, προσέβαλε τη λεγόμενη συμφωνία αναβαλλόμενης
δίωξης, την οποία οι εισαγγελείς μπορούν να ανακαλέσουν αν η τράπεζα
συμπεριφερθεί “απρεπώς” και πάλι.
Σε
μια δήλωση της, η Commerzbank αναφέρει ότι είχε ήδη βελτιώσει τη λειτουργία
συμμόρφωσης και έχει θέσει σε εφαρμογή διορθωτικά μέτρα για την αντιμετώπιση
της συμπεριφοράς που διέπουν αυτές τις δράσεις. Η τράπεζα πρόσθεσε ότι έκανε
επίσης αλλαγές στο ανώτερο προσωπικό της και προγραμματίζει να υπερδιπλασιάσει το
προσωπικό που σχετίζεται με τη συμμόρφωση με τους κανόνες από το 2016.
Αν και δαπανηρός, ο διακανονισμός
αφαιρεί ένα τεράστιο βάρος από την Commerzbank, τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της
Γερμανίας μετά την Deutsche Bank, καθώς αυτή συνεχίζει να ανακάμπτει από την
κατάρρευση το 2009. Η γερμανική κυβέρνηση εξακολουθεί να κατέχει ένα 17% των
μετοχών της Commerzbank που έχει
αποκτηθεί ως μέρος ενός προγράμματος διάσωσης.
Η
Commerzbank δεν είχε ποτέ τόσο μεγάλο ρόλο στην επενδυτική τραπεζική στρατηγική,
όπως η Deutsche Bank, και τα νομικά προβλήματα της ωχριούν σε σύγκριση με
εκείνη του εγχώριου αντιπάλου της.
Ακόμα,
κατά τη διευθέτηση της υπόθεσης, την Πέμπτη, η Commerzbank προχώρησε σε μια δήλωση των πραγματικών
περιστατικών αποκαλύπτοντας χρόνια παράνομων συναλλαγών.
Από το 2002 έως το 2008, η τράπεζα μετέφερε 263 εκατομμύρια δολάρια
τουλάχιστον μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος των Ηνωμένων Πολιτειών για
λογαριασμό ιρανικών και του σουδανικών
εταιρειών, δήλωσαν οι αρχές. Για να
καλύψει αυτές τις συναλλαγές, οι οποίες εντοπίστηκαν πρώτα στο γραφείο του κ
Vancev το 2010, η τράπεζα διέγραψε στοιχεία από τις συναλλαγές μέσω
του δικτύου της που θα είχαν αποκαλύψει την πραγματική ταυτότητα των εταιρειών οι
οποίες υφίσταντο κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Σε
κάποια χρονική στιγμή, η τράπεζα διαμόρφωσε μια ομάδα στη Φρανκφούρτη για να
χαλκεύσει τις ιρανικές πληρωμές και αποφάσισε να κρύψει την πρακτική αυτή από
το υποκατάστημα της Νέας Υόρκης. Σε ένα e-mail του 2003, ένας υπάλληλος
της Commerzbank καθοδηγούσε τους συναδέλφους του: Αν για οποιοδήποτε λόγο η Νέα
Υόρκη ερευνήσει γιατί ο κύκλος εργασιών μας έχει αυξηθεί τόσο δραματικά, σε
καμία περίπτωση δεν πρέπει κανείς να αναφέρει ότι υπάρχει μια σύνδεση με το
ξέπλυμα χρημάτων ιρανικών τραπεζών!
Ο
κ Lawsky επέπληξε το υποκατάστημα της τράπεζας στη Νέα Υόρκη για τη διατήρηση
αναποτελεσματικών εσωτερικών ελέγχων. Ακόμα και όταν οι εργαζόμενοι της
στη Νέα Υόρκη έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου, τους είπε ότι θα έπρεπε να ζητήσει πληροφορίες από
τους εργαζόμενους στη Φρανκφούρτη, οι οποίοι συχνά δεν ανταποκρίνονταν στα
αιτήματα αυτά από το προσωπικό της Νέας Υόρκης για πολλούς μήνες ή απέστελλαν ελλιπή σχεδιασμό ή απαντήσεις.
Για
περισσότερο από μια δεκαετία, επίσης, η Olympus διέπραττε αυτό που οι ρυθμιστικές
αρχές και οι εισαγγελείς ονομάζουν μαζική λογιστική απάτη που είχε σχεδιαστεί
για να αποκρύψει από τους ελεγκτές και τους επενδυτές εκατοντάδες εκατομμύρια
δολάρια σε απώλειες.
Η Olympus,
ανέφεραν οι αρχές, δεν θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει χωρίς βοήθεια από την
Commerzbank. Οι εργαζόμενοι της τράπεζας στη Σιγκαπούρη,
συμπεριλαμβανομένου ενός που τελικά ομολόγησε την ενοχή του για το δίκτυο της απάτης
στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν, βοήθησαν την Olympus να
δημιουργήσει εργαλεία ειδικού σκοπού, μέσω των οποίων εκτυλίχθηκε η απάτη. Η
τράπεζα δάνεισε επίσης χρήματα στην ιαπωνική εταιρεία. Και για πολλά
χρόνια, η Commerzbank διευκόλυνε τις συναλλαγές στη Νέα Υόρκη, συνολικού ύψους
πάνω από 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία στήριξαν την απάτη της Olympus.
Με
την πάροδο των ετών, υπήρξαν πολλά κόκκινα σημάδια. Ένας υπάλληλος
προειδοποίησε ότι ενώ η επιχείρηση προσέφερε πολύ ουσιώδεις αμοιβές για την
Commerzbank, η συμφωνία έγειρε υποψίες απάτης, εκποίησης περιουσιακών
στοιχείων, χειραγώγησης της αγοράς και των παράγωγων φορολογικών αδικημάτων.
Ένας άλλο στέλεχος της τράπεζας,
πριν παραιτηθεί, είπε σε συνάδελφο του ότι η υπόθεση ήταν μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να σκάσει!!!”
Αυτά, λοιπόν, επιχειρούν και σ’ αυτά “διαπρέπουν” οι φίλοι μας
οι Γερμανοί – οι ηθικοί, οι αδέκαστοι, οι οποίοι μας επιτιμούν συνεχώς και μας κουνούν
το δάκτυλο για τη διαφθορά των Ελλήνων.
Φυσικά, πρέπει να δούμε και την αντίδραση των αρχών στις ΗΠΑ
και το πώς αντιμετώπισαν το ζήτημα.
Εντάξει, καπιταλισμός και μάλιστα στην πιο ανεπτυγμένη
μορφή του, υπάρχει στις ΗΠΑ.
Αλλά κάποια πράγματα λειτουργούν – πάντα για τα δικά τους συμφέροντα.
Το ερώτημα είναι για το συμφέρον του ελληνικού κράτους, των
Ελλήνων πολιτών πότε θα υπάρξουν οι ανάλογες δράσεις;
Ετικέτες
Απάτη,
Βρόμικο Χρήμα,
Γερμανία,
ΗΠΑ,
Commerzbank,
New York Times
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου