Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

25 χρόνια από τα γεγονότα στην πλατεία Τιεν Αν Μεν – Μνήμες και Ερμηνείες


4 Ιουνίου του 1989, Κίνα.

25 χρόνια πέρασαν από τα γεγονότα της πλατείας Τιεν Αν Μεν στο Πεκίνο.





 Σύμφωνα με τις εικόνες που μετέδωσαν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αλλά και μέσα από τις αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων ο στρατός με τανκς στους δρόμους της κινεζικής πρωτεύουσας, ανοίγει πυρ σε συγκεντρωμένους φοιτητές στην Πλατεία Τιεν Αν Μεν.

Οι διαδηλωτές φοιτητές είχαν καταλάβει την πλατεία αρκετές εβδομάδες πριν, με αίτημα μια δημοκρατική μεταρρύθμιση του καθεστώτος.

Το αποτέλεσμα  - σύμφωνα πάντα με τις ίδιες μαρτυρίες – πολλοί σκοτώθηκαν κατά τη «σφαγή της Τιανανμέν», όπως έχει πλέον μείνει στη συλλογική μνήμη, ενώ ο ακριβής αριθμός παραμένει άγνωστος.

Οι διαδηλώσεις στην Πλατεία Τιεν Αν Μεν έχουν χαρακτηριστεί ως η μεγαλύτερη πρόκληση κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας από την επανάσταση του 1949.

Είχαν περάσει έξι εβδομάδες από την πρώτη μέρα που οι φοιτητές είχαν καταλάβει την Τιενανμέν.


Επηρεασμένοι από τις εξελίξεις σε άλλες χώρες του τότε «υπαρκτού σοσιαλισμού» , από τα αιτήματα για «περεστρόικα» και περισσότερα δημοκρατικά δικαιώματα αλλά και λόγω των αλλαγών που δρομολογούνταν στο κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς μετά το θάνατο του «μεγάλου τιμονιέρη» του Μάο Τσε Τουνγκ, χιλιάδες φοιτητές συγκεντρώθηκαν στην κεντρική πλατεία του Πεκίνου από τα μέσα Απριλίου.



Ειδικότερα, μετά το θάνατο, στις 15 Απρίλη του 1989, του Χου Γιαομπανγκ, πρώην Γενικού Γραμματέα του ΚΚΚ , ενός πολιτικού που είχε τη φήμη του πολιτικά φιλελεύθερου, άρχισαν διαδηλώσεις στο Πεκίνο που αμέσως επεκτάθηκαν σε 11 ακόμα πόλεις.

Ήδη από την αρχή της χρονιάς με αφορμή την πολιτική και οικονομική κρίση στα πανεπιστήμια του Πεκίνου είχαν αρχίσει να γίνονται συγκεντρώσεις φοιτητών, οι οποίοι ζητούσαν περισσότερη δημοκρατία.

Η Κίνα, λοιπόν, δεν θα μπορούσε να απέχει από αυτή την πραγματικότητα της δεκαετίας του ’80. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις φάνταζαν επιτακτικές και ο Ζάο Ζιγιάνγκ πρωθυπουργός και Γενικός Γραμματέας του ΚΚΚ ήταν το πρόσωπο που ταυτίζεται με τον εκσυγχρονισμό (αργότερα θα απομακρυνθεί από την ηγεσία κατηγορούμενος για ανεκτική στάση απέναντι στους φοιτητές).

Στο πλευρό του τάσσεται όλο το κομουνιστικό κόμμα με την προϋπόθεση να μην υπάρξει αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος. Η προσπάθεια εγκαθίδρυσης μιας καπιταλιστικής οικονομικής δομής έχει δημιουργήσει μεγάλες οικονομικές αντιθέσεις και ανέχεια στο κινεζικό λαό. Αυτό όμως δεν αποτελεί το βασικό πρόβλημα. Ο λαός και κυρίως ο ασυμβίβαστος φοιτητικός κόσμος ασφυκτιούσε από την έλλειψη δημοκρατικών θεσμών και την καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτά κατέβηκαν να διεκδικήσουν οι φοιτητές έναν Απρίλη, πριν από 20 χρόνια, και ήταν αποφασισμένοι να τα αποκτήσουν

Στις 17 Απρίλη, μερικές εκατοντάδες φοιτητές πήραν την πρωτοβουλία να συγκεντρωθούν στην πλατεία Τιενανμέν. Την επόμενη μέρα έγιναν χιλιάδες και στις 20 Απρίλη εκατοντάδες χιλιάδες. Οι διαδηλωτές απαιτούσαν το ελευθερία έκφρασης, το δικαίωμα για ίδρυση ανεξάρτητων συνδικάτων, το κτύπημα των προνομίων και της διαφθοράς. Ένα από τα συνθήματα των φοιτητών έλεγε: «Αυτοί που έπρεπε να έχουν πεθάνει, ζουν. Αυτοί που ζουν, έπρεπε να έχουν πεθάνει».

Το γραφειοκρατικό "κομουνιστικό" καθεστώς επέδειξε καταρχάς μια πρωτόγνωρη, για τα δεδομένα του, ανοχή. Πλέον οι φοιτητές δεν έχουν απέναντι τους έναν μεταρρυθμιστή, αλλά ένα σκληρό καθεστώς που αβάσιμα χαρακτηρίζει την εξέγερση τους ως "αντεπαναστατική αναταραχή".

Το απόγευμα της 3ης Ιουνίου, βγαίνει ανακοίνωση που ζητάει από τους πολίτες να παραμείνουν στα σπίτια τους και τους ενημερώνει πως μια ομάδα αντεπαναστατών έχει εξεγερθεί στο κέντρο του Πεκίνου. Το βράδυ, στρατιώτες και άρματα κάνουν την εμφάνιση τους.

Τα μεσάνυχτα, 4 Ιουνίου του 1989, δίνεται η διαταγή για επέμβαση. Οι φοιτητές πιασμένοι σε αλυσίδες τραγουδούν τον ύμνο της "Τρίτης Διεθνούς" μπροστά από φλεγόμενα λεωφορεία και αυτοκίνητα που έχουν στηθεί για οδοφράγματα.



Ο δημοσιογράφος Richard Roth του CBS βρίσκεται στον αέρα "Ακούτε τους πυροβολισμούς! Πρέπει να φύγουμε από εδώ! Επιτίθενται και σε μας!". "Θα φύγω, θα φύγω!" Φώναξε σε έναν στρατιώτη. Οι ριπές διέκοψαν την σύνδεση. Η επέμβαση μόλις είχε αρχίσει. Οι σκηνές φρίκης που θα ακολουθήσουν θα στιγματίσουν για πάντα το καθεστώς της Κίνας και θα συγκλονίσουν την ανθρωπότητα.



Ο στρατός ρίχνει προς όλες τις κατευθύνσεις προκαλώντας το χάος. Κάποιοι διαδηλωτές οπλισμένοι με ό,τι βρίσκουν μπροστά τους πέτρες, ξύλα, σίδερα προσπαθούν να απαντήσουν, άλλοι τρέχουν να σωθούν και οι υπόλοιποι με αυτοσχέδια φορεία μαζεύουν τα πρώτα θύματα της τραγωδίας.

Χιλιάδες θα συλληφθούν, ενώ άγνωστος παραμένει ο αριθμός των νεκρών. Ο Ερυθρός Σταυρός της Κίνας κάνει λόγο για 2.400 νεκρούς, ενώ οι επίσημες αρχές αναφέρουν 241.



Εκείνο το βράδυ το καθεστώς έβαζε τέλος στα όνειρα των φοιτητών για εκδημοκρατισμό και αποκαθήλωση της νομεκλατούρας. Πάρα πολλοί διαδηλωτές καταδικάστηκαν σε βαρύτατες ποινές φυλάκισης. Μεταξύ αυτών και ο Ουάνγκ Γιουν Τάο, που καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλακή.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, κάποιες λίγες δεκάδες διαδηλωτών της Τιεν Αν Μεν εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να κρατούνται στις κινέζικες φυλακές.

 Η σφαγή του 1989 προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών στη Δύση, όμως πολύ γρήγορα οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς ανακάλυψαν στο πρόσωπο της Κίνας έναν προνομιακό εμπορικό εταίρο. Σήμερα, τα κινέζικα ΜΜΕ δεν κάνουν καμία αναφορά στη σφαγή του '89.



Η Κίνα, υπό την καθοδήγηση του κυρίαρχου Κομμουνιστικού Κόμματος, έχει οικοδομήσει έκτοτε έναν ιδιόμορφο «κρατικό καπιταλισμό», με ζώνες ελεύθερου εμπορίου, με πλήρη ανυπαρξία εργασιακών δικαιωμάτων,  καταγράφοντας ταυτόχρονα ιλιγγιώδεις ρυθμούς ανάπτυξης.

 Σήμερα είναι η ανερχόμενη υπερδύναμη του 21ου αιώνα αλλά και εμπορικός εταίρος των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών και δυνάμεων – ΗΠΑ, ΕΕ – που θυμούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα κατά το δοκούν και όποτε συμφέρει τα γεωστρατηγικά τους συμφέροντα.




Μια ενδιαφέρουσα ανάλυση για τα γεγονότα στην πλατεία Τιεν ΑΝ Μεν έχει παρουσιάσει η Τσαοχουα Ουανγκ η οποία ήταν, την άνοιξη του 1989, ηγετικό στέλεχος της επιτροπής του Αυτόνομου Συλλόγου Φοιτητών Πεκίνου.

Μετά την καταστολή της εξέγερσης των φοιτητών στην πλατεία Τιεν Αν Μεν, στις 4 Ιουνίου, η κινεζική κυβέρνηση τη συμπεριέλαβε στον κατάλογο των πλέον καταζητούμενων ατόμων. Έζησε ένα εξάμηνο στην παρανομία και στη συνέχεια διέφυγε στις ΗΠΑ. Είναι συνεργάτρια του London Review of Books, του New Left Review και το 2003 επιμελήθηκε τη συλλογή δοκιμίων One China, Many Path (εκδ. Verso).

  Δυο αντίθετες ερμηνείες για το κίνημα της Τιεν Αν Μεν έχουν επικρατήσει τα τελευταία χρόνια, κυρίως στη Δύση, αλλά και στην Κίνα, έως ένα βαθμό.

Η πρώτη είναι κοινωνικοοικονομική.

  Στις αρχές του 1988, η κυβέρνηση άσκησε ισχυρή πίεση για την απελευθέρωση των τιμών, αλλά οι έντονες αντιδράσεις που προξένησε σε όλη τη χώρα η επακόλουθη άνοδος του πληθωρισμού την ανάγκασαν να επαναφέρει, τον Ιανουάριο του 1989,  τα δελτία τροφίμων  στις μεγάλες πόλεις. Μερικοί αμερικανοί μελετητές  υποστηρίζουν ότι αυτός υπήρξε ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στη μαζική κοινωνική αναταραχή, η οποία εκδηλώθηκε την άνοιξη του 1989. Στην ίδια την Κίνα, στοχαστές της Νέας Αριστεράς έχουν προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, θεωρώντας ότι η στρατιωτική καταστολή της 4ης Ιουνίου άνοιξε  ουσιαστικά τον δρόμο στην  ελεύθερη αγορά, τσακίζοντας την αντίσταση στην άρση των ελέγχων στις τιμές (που καταργήθηκαν ξανά, επιτυχώς τούτη τη φορά, στις αρχές της δεκαετίας του 1990). Σύμφωνα με την εν λόγω άποψη,  η κινητήρια δύναμη, ακόμα και η έμπνευση αυτού του μαζικού κινήματος, ήταν η άρνηση των μεταρρυθμίσεων που θα στερούσαν από τον πληθυσμό τα κεκτημένα του συλλογικού πλούτου. Οι πυροβολισμοί στο Πεκίνο συνέτριψαν τις τελευταίες ελπίδες για το "σιδερένιο μπoλ με ρύζι" του σοσιαλισμού,1 ανοίγοντας τον δρόμο για την πλήρη ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Κίνα.

  Μια άλλη σχολή σκέψης αντιστρέφει το προηγούμενο επιχείρημα. Όπως υποστηρίζει, η κινητοποίηση των μαζών, κάθε άλλο παρά γαντζωμένη στο σοσιαλιστικό παρελθόν, προσέβλεπε σαφώς σε ένα φιλελεύθερο μέλλον.

  Ο αυξανόμενος αριθμός πανό στα αγγλικά, καθώς και το   άγαλμα της "Θεάς της Δημοκρατίας", που φτιάχτηκε από πλαστικό, με πρότυπο το Άγαλμα της Ελευθερίας, και στήθηκε στην Τιεν Αν Μεν τις τελευταίες μέρες του Μαΐου,  δείχνουν ότι το πραγματικό όνειρο που ενέπνεε τους διαδηλωτές ήταν η Αμερική: όχι το "σιδερένιο μπολ με ρύζι", αλλά η αγορά και η κάλπη.

  Είναι αλήθεια ότι η κοινωνικοοικονομική δυσαρέσκεια, που διογκώθηκε ταχύτατα το καλοκαίρι του 1988, συνέβαλε σημαντικά στην ευρεία υποστήριξη προς τις φοιτητικές διαμαρτυρίες του επόμενου έτους. Ωστόσο, στο πλαίσιο του κινήματος του 1989, η οικονομική δυσπραγία μετασχηματίστηκε αδιαμφισβήτητα σε πολιτική διαμαρτυρία.

  Όσον αφορά την ιδεολογία του κινήματος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η τεράστια κοινωνική αναταραχή ξέσπασε πολύ γρήγορα. Όταν η κυβέρνηση, στα μέσα Μαΐου, αισθάνθηκε πιεσμένη από μια απεργία πείνας των φοιτητών, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης και της Λαϊκής Ημερησίας, απόλαυσαν μια εβδομάδα ελευθερίας του Τύπου πρωτοφανή στην ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

 Στους δρόμους, άνθρωποι με την πιο διαφορετική κοινωνική προέλευση ήταν ξαφνικά σε θέση να εκφράσουν δημόσια τις ιδέες τους και να αντιπαρατεθούν μεταξύ τους. Στο πανδαιμόνιο που ακολούθησε, ήταν εύκολο να υπερεκτιμήσει κανείς ορισμένα μεμονωμένα σύμβολα.  Οι δημοφιλείς εικόνες της Αμερικής είναι ένα παράδειγμα. Μια εξαιρετικά αφηρημένη εικόνα των ΗΠΑ, βασισμένη σε ελάχιστη γνώση, αποτέλεσε ένα μέσον --ή ένα κέλυφος, αν προτιμάτε-- στο οποίο επενδύθηκε η έκρηξη της φαντασίας των ανθρώπων.  Αυτό το κέλυφος, όμως, ήταν γεμάτο με  παραστάσεις --και κριτικές-- που αντλούνταν από τη ζωή στη σοσιαλιστική ή ημι-σοσιαλιστική κοινωνία των προηγούμενων δεκαετιών.

Στο μυαλό των ανθρώπων, ο σοσιαλιστικός λόγος ανακατευόταν με κάποιες διάσπαρτες εικόνες  μιας εξιδανικευμένης Αμερικής. Αυτό μπορεί να απογοητεύει τους σημερινούς διανοούμενους, οι οποίοι έχουν πολύ πιο σαφείς ιδεολογικές θέσεις, φιλελεύθερες ή αριστερές. Ωστόσο, κάτω από τ άγαλμα της "Θεάς της Δημοκρατίας", τα περιβραχιόνια στη γραμμή της περιφρούρησης ήταν κόκκινα. Η ιστορική σπουδαιότητα της αναταραχής του 1989 στο Πεκίνο, δεν έγκειται στο ένα ή το άλλο πολιτικό παράδειγμα, που εξέφρασαν ο ένας ή ο άλλος εκπρόσωπος ή ηγέτης· έγκειται  στον χώρο  ανάπτυξης της δημιουργικής φαντασίας που εξασφάλισε το κίνημα, καθώς και στις ευκαιρίες πειραματισμού που προσέφερε.  Στο επίκεντρο βρισκόταν πάντα το δικαίωμα των πολιτών να συμμετέχουν στη δημόσια ζωή της χώρας και οι τρόποι  με τους οποίους θα μπορούσαν να το κάνουν.



  Σήμερα μπορεί να βρει κανείς στο ίντερνετ πολλά βίντεο, τα οποία αναφέρονται στα γεγονότα του 1989 στην Κίνα. Το πιο εντυπωσιακό, σε όλα, είναι η έκφραση στα πρόσωπα  -- έξαψη, αγωνία, ελπίδα, αποφασιστικότητα, συμπόνια και αλληλεγγύη--, σε όλες τις ομάδες και γενιές. Αυτό το οποίο ενδιέφερε τους διαδηλωτές ήταν η δημοκρατία, όχι η ανατροπή της κυβέρνησης. Μονάχα αν το αντιληφθούμε, θα μπορέσουμε να καταλάβουμε πώς, κατά τη διάρκεια τόσων εβδομάδων με εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, όσοι κινητοποιήθηκαν επέδειξαν τέτοια αυτοπειθαρχία. Και η αυτοπειθαρχία αυτή δεν πήγαζε από τον φόβο της κυβερνητικής αντεκδίκησης, αλλά από ένα ισχυρό αίσθημα υπερηφάνειας για την ικανότητά τους να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους -- μια φανερή κληρονομιά της Κινέζικης Επανάστασης και του σοσιαλιστικού παρελθόντος.

 Τα ποσοστά της εγκληματικότητας στο Πεκίνο έπεσαν απότομα, ενώ δεν αναφέρθηκε ούτε ένα περιστατικό πλιάτσικου ή βανδαλισμού. Στο Πεκίνο και το Τσενγκτού, τουλάχιστον,  ακόμα και οι κλέφτες κατέβηκαν σε απεργία, διαμαρτυρόμενοι εναντίον της κυβέρνησης.  Αυθορμήτως, η τάξη επικράτησε παντού. Στις 17 Μαΐου, μέσα σε ατμόσφαιρα κρίσης, διεξήχθη μια τηλεοπτική συζήτηση ανάμεσα στον πρωθυπουργό Λι Πενγκ και μερικούς από τους ηγέτες των φοιτητών, σχετικά με την "αναρχία" του κινήματος. Άρχισαν να συζητάνε ποιος είναι υπεύθυνος για όσα συμβαίνουν στην πλατεία, διακόπτοντας ένα από τα πατερναλιστικά λογύδρια του Λι: θυμάμαι το πρόσωπό του να γίνεται κατακόκκινο και μετά άσπρο σαν πανί, καθώς έσφιγγε τα μπράτσα της καρέκλας και με τα δυο του χέρια. Όταν ήρθε η σειρά μου να μιλήσω, επέμεινα ότι οι φοιτητές διεκδικούν δικαιώματα που εγγυάται το Σύνταγμα της Κίνας και ότι αυτό που χαρακτήριζε το κίνημα ήταν το αντίθετο της αναρχίας: ηρεμία, τάξη, αυτοπεποίθηση και αυτοσυγκράτηση. Φυσικά, αυτό ακριβώς ήταν που φόβιζε την κυβέρνηση.

 Τρεις μέρες μετά κηρύχθηκε ο στρατιωτικός νόμος και τα τανκς εμφανίστηκαν στις παρυφές της πόλης. Για δυο βδομάδες, ο κόσμος ανακόπτει την προέλασή τους. Όποιος  βρέθηκε εκεί, δεν θα ξεχάσει ποτέ το πνεύμα που είχε συνεπάρει και εμψύχωνε τον λαό του Πεκίνου, κάνοντάς τον να αντιπαρατεθεί στον στρατό και τα τεθωρακισμένα.

 Όταν έφτασε η στιγμή της καταστολής, τη νύχτα της 3ης προς την 4η Ιουνίου, τα περισσότερα θύματα δεν ήταν φοιτητές, αλλά απλοί πολίτες. Άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ τους  βοηθούσαν ο ένας τον άλλο χωρίς περιττές ερωτήσεις, και μερικοί βρήκαν τον θάνατο  καθώς προσπαθούσαν να σώσουν κάποιους  άλλους.

Όλη η υφήλιος θυμάται την εικόνα ενός άντρα που στάθηκε ολομόναχος μπροστά σε μια φάλαγγα τανκς που προχωρούσε. Η πόλη ήταν γεμάτη από τέτοιους θαρραλέους ανθρώπους, εκείνο το βράδυ. Ο λόγος που μνημονεύουμε την 4η Ιουνίου, κάθε χρόνο, δεν είναι απλώς για να μη λησμονούμε την τραγωδία των ανθρώπινων ζωών που χάθηκαν, αλλά και για να ξαναζήσουμε εκείνο το συγκλονιστικό πνεύμα του κινήματος, κάτι σπάνιο στην κινεζική ιστορία των τελευταίων αιώνων.




Ο συνεχιζόμενος φόβος της κινέζικης κυβέρνησης απέναντι στο κίνημα του 1989 δείχνει ότι αυτό ήταν το αληθινό νόημά του.

·         Αν το κίνημα είχε πηγάσει κυρίως από οικονομικές διεκδικήσεις, τότε θα είχε  μικρή απήχηση στη σημερινή Κίνα, όπου το επίπεδο ζωής στις πόλεις είναι πολύ υψηλότερο από  τότε.
·         Αν το κίνητρο των διαδηλωτών ήταν η επιθυμία για τα αμερικάνικα αγαθά, και πάλι έχει ικανοποιηθεί με το παραπάνω: φαστ φουντ, χολυγουντιανές ταινίες και τηλεπαιχνίδια υπάρχουν παντού, ενώ οι αρχές της ελεύθερης αγοράς εφαρμόζονται  σε όλους τους τομείς της διοίκησης με μεγαλύτερη αυστηρότητα ακόμα και από τις ΗΠΑ.



  Ο λόγος που η ανάμνηση της 4ης Ιουνίου στοιχειώνει ακόμα την κρατική γραφειοκρατία είναι ότι το κίνημα αφορούσε κάτι που η ταχύρυθμη ανάπτυξη και ο ξέφρενος καταναλωτισμός δεν έχουν μεταβάλει. Γιατί, παρόλα τα οικονομικά της επιτεύγματα, η Κίνα σήμερα δεν πλέει σε μια θάλασσα κοινωνικής γαλήνης.

  Οι ραγδαία αυξανόμενες ανισότητες, η κατάρρευση του συστήματος πρόνοιας,  οι περιβαλλοντικές καταστροφές, η απαλλοτρίωση αγροτικών εκτάσεων, η κακομεταχείριση των μεταναστών, η ανηλεής εκμετάλλευση των εργαζόμενων, οι απαγωγές παιδιών και η καταναγκαστική παιδική εργασία, οι στρατιές των ανέργων και, τέλος  -- κι αυτό, από πολλές απόψεις,  είναι που προξενεί το μεγαλύτερο μίσος-- η ανεξέλεγκτη διαφθορά, όλα τα παραπάνω προκαλούν γενικευμένη δυσαρέσκεια.




 Τα ξεσπάσματα της λαϊκής οργής κατά τόπους  έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, ιδίως στην ύπαιθρο και τις μικρότερες πόλεις, όπου οι συνθήκες ζωής  είναι χειρότερες και ο αστυνομικός έλεγχος λιγότερο αυστηρός.      Σ' αυτό το νοσηρό κοινωνικό περιβάλλον, όπου η  αχαλίνωτη κερδοσκοπία των απατεώνων και των κρατικών αξιωματούχων, συνήθως σε αγαστή συνεργασία, αποτελεί καθημερινή πραγματικότητα, η ρίζα  των δεινών είναι ολοφάνερη:  το μονοπώλιο της εξουσίας που διατηρεί το κυβερνών κόμμα.




 Μόνο τα δημοκρατικά δικαιώματα μπορούν να κάνουν τους κατόχους της εξουσίας να λογοδοτούν για τις πράξεις τους  και να απελευθερώσουν τη λαϊκή ενεργητικότητα, που είναι απαραίτητη  για την επίτευξη όλων εκείνων για τα οποία οι πρώτοι είναι ανίκανοι. Γι 'αυτό ακριβώς, ακόμη και σήμερα, όποτε η αγανάκτηση για την αδικία και τη διαφθορά ξεχειλίζει, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η συλλογική μνήμη του 1989, πλανιέται σαν φάντασμα τόσο στη σκέψη των κυβερνώντων όσο και --το πόσο συχνά μπορούμε μόνο να το μαντέψουμε-- στη σκέψη των κυβερνώμενων.


Το άρθρο "Remembering Tiananmen", στην πλήρη του μορφή, δημοσιεύθηκε στο "London Review of Books" στις 5.7.2007.

Δεν υπάρχουν σχόλια: