Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Η ακροδεξιά και ο ανεξέλεγκτος καλπασμός της "οικονομικής ορθοδοξίας" – ένα άρθρο καταπέλτης στη γαλλική εφημερίδα MONDE για τη συμμετοχή του ΛΑΟΣ στην ελληνική κυβέρνηση




  Ένα σημαντικό άρθρο δημοσιεύεται στο γαλλικό Monde που αφορά τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα με το σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης Παπαδήμου, εστιάζοντας, όμως, στο ζήτημα της συμμετοχής της ακροδεξιάς  σ’ αυτήν.

 Για πολλές ευρωπαϊκές εφημερίδες, ιδιαίτερα γαλλικές, αλλά και γερμανικές και αγγλικές, όπως και για κύκλους της διανόησης και της πολιτικής, αποτελεί σοβαρό ολίσθημα η συμμετοχή του ακροδεξιού και ρατσιστικού πολιτικού μορφώματος, του ΛΑΟΣ, στην ελληνική κυβέρνηση.

  Έτσι, ο Dominique Linhardt, σε άρθρο με τον τίτλο  «Η ακροδεξιά και ο ανεξέλεκτος (στην ουσία παράνομος) καλπασμός της «οικονομικής ορθοδοξίας» που δημοσιεύεται στη γαλλική εφημερίδα στις 30/11/2011, επισημαίνει  ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση με επικεφαλής τον πρώην αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Λουκά Παπαδήμο , έχει στις τάξεις της,  πέρα από την πλειοψηφία του «σοσιαλιστικού» ΠΑΣΟΚ και τη συντηρητική Δεξιά, δύο υπουργούς του ΛΑΟΣ.

 Κατά την άποψη του αρθρογράφου αυτή η συμμετοχή που αξιοποιήθηκε κατ’ ευφημισμό για να συγκαλύψει την επιστροφή της άκρας δεξιάς στη διακυβέρνηση της χώρας δεν μπορεί να αγνοηθεί.  Το κόμμα του ΛΑΟΣ αποβλέποντας στις εθνικές εκλογές που προγραμματίζονται για το Φεβρουάριο του 2012 (γεγονός που, όπως γνωρίζουμε εμείς στην Ελλάδα, έχει «ξεθωριάσει» πάρα πολύ) επιδιώκει - πέρα από τη νομιμοποίηση που αντλεί από τη συμμετοχή στην κυβέρνηση – ένα εφαλτήριο για την ενίσχυση της εκλογικής του δύναμης.

Είτε αυτός ο υπολογισμός είναι σωστός ή όχι, πολλοί αναγνωρίζουν ότι πρόκειται σαφώς για μια στρατηγική κατάκτησης της εξουσίας.

 Ο πρόεδρος του κόμματος, Γιώργος Καρατζαφέρης, είχε δηλώσει την περίοδο δημιουργίας του ΛΑΟΣ το 2000, ότι στο σχηματισμό και στην κοσμοαντίληψη του δεν περιλαμβάνονται, οι «κομμουνιστές», οι «ελευθεροτέκτονες», οι «γκέι» και οι «Εβραίοι».

 Αυτό το μίγμα  ρατσισμού, ξενοφοβίας και ομοφοβίας – συνεχίζει ο  Linhardt  - αρνητισμού και θεωριών συνομωσίας, εντοπίζονται και στο πρόσωπο του Άδωνη Γεωργιάδη, του νέου αναπληρωτή υπουργού Ανάπτυξης και  Εμπορικής Ναυτιλίας. Πρόσφατα, κατηγόρησε τον «εβραϊκό λαό [ότι ελέγχει] το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα» , χωρίς να μπορεί να περάσει απαρατήρητο, ότι χαρακτήρισε τους μουσουλμάνους ως «απόβλητα» .

 Το  σκάνδαλο από την είσοδο της άκρας δεξιάς στην κυβέρνηση αυτή πολλαπλασιάζεται από την υποδοχή που προσφέρθηκε για το νέα εκτελεστική εξουσία: υπήρξε ευπρόσδεκτη από τους περισσότερους σχολιαστές και υπευθύνους.  Η κυβέρνηση Παπαδήμου  υποστήριξαν ότι έδειξε τα «διαπιστευτήρια» της: έδειξε «σοφία», τηρεί την αυστηρή λιτότητα  που απαιτεί η ΕΕ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ, κάτι που «καθησυχάζει τις αγορές».

 Στο  μέτωπο αυτού του τύπου της «αξιοπιστίας» , το ΛΑΟΣ δεν υστέρησε καθόλου. Από το πρώτο «σχέδιο διάσωσης» της Ελλάδας το Μάιο του 2010, ο ιδρυτής του ΛΑΟΣ, Γιώργος Καρατζαφέρης , επέδειξε ιδιαίτερο «ζήλο» για να παίξει το παιχνίδι του "ρεαλισμού". Η υπόσχεση για τη συνέχιση της βάναυσης διάλυσης του κράτους πρόνοιας και της υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης των Ελλήνων ήταν τόσο πειστική, υπογραμμίζει ο αρθρογράφος, ώστε να θεωρείται ως μια «σημαντική συμβολή από την άκρα δεξιά στην κυβέρνηση» και οδήγησε φυσικά στην είσοδό της στο νέο κυβερνητικό σχήμα.

  Αλλά είναι δυνατό να αντληθεί  ένα γενικότερο συμπέρασμα από  αυτή την κατάσταση. Δείχνει μια ριζική μεταμόρφωση της διαδικασίας και του σχηματισμού της  «πολιτικής νομιμοποίησης»:  η ‘πολιτική νομιμοποίηση’ προκύπτει από τη συμμόρφωση στις επιταγές του  οικονομικού ρεαλισμού και αυτό αποτελεί το βασικό κριτήριο. Σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν οικονομικούς περιορισμούς και πιέζονται να προσαρμόσουν την πολιτική τους. Αλλά το καινούργιο στοιχείο έγκειται στο γεγονός ότι η «έκκληση για ρεαλισμό» γίνεται μια πολιτική δήλωση από μόνη της.

  Ο «ρεαλισμός» αυτός γίνεται αντικείμενο επίκλησης από όλους εκείνους που έρχονται να λειτουργήσουν ως από μηχανής θεοί προς όφελος των αγορών και χρησιμοποιείται ως επιχείρημα από ομάδες, κόμματα και οργανισμούς που εργάζονται για λογαριασμό τους.

 Δεν υπάρχει κανένα αόρατο χέρι, κανένας σιδερένιος νόμος της αγοράς, αλλά αντίθετα είναι  η κινητοποίηση όλων των παραγόντων που παίζουν το «χαρτί» των αγορών για να προωθήσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους -  και αυτά είναι οι τράπεζες και οι πολυεθνικές, οι διάφοροι οίκοι αξιολόγησης, οι κερδοσκόποι και οι επενδυτές.

 Η μεγάλη ανακάλυψη είναι να πάψουμε να πιστεύουμε ότι αυτή η πολιτική είναι η μόνη. Ωστόσο, είναι δύσκολο να βρεθεί κάτι πιο έντονα  «πολιτικό» από ό, τι η τρέχουσα δράση των οίκων αξιολόγησης. Όχι ότι  παίρνουν άμεσα μέρος στις πολιτικές αποφάσεις (γνωρίζουν όμως να εντοπίζουν  μέσα στο πολιτικό φάσμα, ποιοι θα εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους). Η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη: με το πρόσχημα της αντικειμενικότητας και της ουδετερότητας,  προωθούν στο πολιτικό πεδίο εκείνους που μπορούν  να παίξουν το δικό τους χαρτί  με τον καλύτερο τρόπο της («ενός και μόνου τρόπου») οικονομίας.

 Η ενσωμάτωση τέτοιων πρακτικών και προτύπων προϋποθέτει την αλλαγή της αντίληψης για την ουσία της πολιτικής που έχει διαμορφωθεί την περίοδο εμφάνισης και ανάπτυξης των σύγχρονων δημοκρατιών: τη διαμόρφωση και σχηματισμό της «γενικής βούλησης» (volonté souveraine) που φορέας της είναι ο αντιπροσωπευμένος λαός. Η ίδια αυτή διαδικασία περιλαμβάνει την αποδοχή των καταστρεπτικών συνεπειών των πολιτικών λιτότητας.

 Όταν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι γίνονται το εργαλείο, ο  μοχλός για την αναμετάδοση και επιβολή των οικονομικών και χρηματοδοτικών εξαναγκασμών, η δημοκρατία «αδειάζει» από το περιεχόμενό της.

  Η απώλεια της ικανότητας να κρίνουν ορισμένοι  το σκάνδαλο της εισόδου στην κυβέρνηση ενός ευρωπαϊκού κράτους – θα τονίσει ο Linhardt -  πολιτικών παραγόντων για τους οποίους το Άουσβιτς αποτελεί ένα "μύθο" είναι κάτι περισσότερο από ένα σημείο των καιρών: αποτελεί μια «φυσική» συνέπεια.

 Τα οφέλη από το Λάος, είναι ο ελεύθερος και ανεξέλεγκτος  «καλπασμός» των «δυνάμεων της αγοράς».

Η πικρή ειρωνεία είναι ότι ο εκδημοκρατισμός της ελληνικής κοινωνίας μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967-1974), έχει συνδεθεί με τη διαδικασία της ένταξης στην ΕΕ.
 Σήμερα, που η Ελλάδα ανήκει σ’ αυτήν, οι ευρωπαίοι ηγέτες έρχονται να χαιρετήσουν τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης με τη συμμετοχή  εκπροσώπων ενός κόμματος που καλλιεργεί την άθλια  νοσταλγία της ακόμη πιο αξιοθρήνητης δικτατορίας.

 Αυτά επισημαίνει ο σχολιαστής του Monde και δυστυχώς ισχύουν ακέραια και για την ελληνική κοινωνία, όπου ‘υποτονικά» αντιμετωπίστηκε το ζήτημα της συμμετοχής του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση.

Το άρθρο δημοσιεύεται στο Monde στις  30/11/11.
Ο Dominique Linhardt, είναι ερευνητής στο CNRS και το Cedric Moreau Bellaing, και καθηγητής στην Ecole Normale Superieure

Δεν υπάρχουν σχόλια: