Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Δυτικές εταιρείες ετοιμάζονται να «εισβάλλουν» στην Λιβύη – οι νέες οικονομικές και στρατηγικές παράμετροι στη χώρα



 Τα  όπλα στη Λιβύη έχουν μόλις ησυχάσει, και η στρατιωτική βοήθεια του ΝΑΤΟ προς την εξέγερση που ανέτρεψε τον συνταγματάρχη Μουαμάρ ελ Καντάφι δεν θα λήξει επίσημα μέχρι τη Δευτέρα. Αλλά μια νέα δύναμη εισβολής προετοιμάζει «συνωμοτικά» ήδη τη  δική της  προσγείωσή  στις ακτές της Τρίπολης.



Δυτικές εταιρείες ασφάλειας,  κατασκευών και υποδομών που βλέπουν τις  κερδοσκοπικές ευκαιρίες τους να  υποχωρούν  στο Ιράκ και το Αφγανιστάν έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους προς τη Λιβύη, που τώρα είναι απαλλαγμένη από  τη δικτατορία που κρατούσε την εξουσία για τέσσερις δεκαετίες. Οι επιχειρηματίες  γνωρίζουν   το επιχειρηματικό δυναμικό της  χώρας που βρίσκεται αντιμέτωπη  με τεράστιες ανάγκες ενώ διαθέτει και το πετρέλαιο για να πληρώσει γι 'αυτές. Ενώ σπεύδουν να αξιοποιήσουν και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Λιβύης, την «ευγνωμοσύνη»  προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εταίρους του  ΝΑΤΟ.

Μια εβδομάδα πριν από το θάνατό συνταγματάρχη Καντάφι στις  20 Οκτωβρίου, μία αντιπροσωπεία από 80 γαλλικές εταιρείες έφτασε στην Τρίπολη για να συναντήσει αξιωματούχους από το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο, την  προσωρινή κυβέρνηση. Την περασμένη εβδομάδα, ο νέος Βρετανός υπουργός Άμυνας, Philip Hammond, προέτρεψε βρετανικές εταιρίες να "ετοιμάσουν τις  βαλίτσες τους" και να κατευθυνθούν  στην  Τρίπολη.

Όταν το σώμα συνταγματάρχη Καντάφι βρισκόταν  ακόμα σε δημόσια προβολή, μια βρετανική επιχείρηση ειδικευμένη σε επενδύσεις υψηλού ρίσκου,  η Trango Special Projects, πρόσφερε  υπηρεσίες υποστήριξης  προς τις επιχειρήσεις που επιθυμούσαν να επενδύσουν στη Λιβύη.  "Ενώ η κερδοσκοπία συνεχίζεται αμείωτη όσον αφορά τη θανάτωση Καντάφι, η  Trango, έγραφε στην ιστοσελίδα της, «είσαστε  εσείς και η επιχείρηση σας έτοιμοι να επιστρέψετε στη Λιβύη; "

Η εταιρεία προσέφερε δωμάτια σε μια βίλα στην  Τρίπολη και τη μεταφορά  "με τη μικτή, αποτελούμενη από Βρετανούς και Λίβυους, ομάδα ασφάλειας μας." Η υπηρεσία αυτή είχε σημαντικό κόστος. Η τιμή για τη διαδρομή 10 λεπτών με το αυτοκίνητο από το αεροδρόμιο, για την οποία το σύνηθες κόμιστρο των ταξί είναι περίπου $ 5, προσφερόταν με αντίτιμο  500 βρετανικές λίρες, ή περίπου $ 800.

«Υπάρχει μια χρυσοφόρα βιασύνη  για όσα συντελούνται στη χώρα αυτή τη στιγμή», δήλωσε ο David Hamod, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Εθνικού  αμερικανικού -αραβικού Επιμελητήριου. "Και οι Ευρωπαίοι και οι Ασιάτες είναι πολύ μπροστά από εμάς. Παίρνω κλήσεις καθημερινά από τα μέλη της επιχειρηματικής κοινότητας στη Λιβύη. Λένε, «Γύρνα πίσω, δεν θέλουμε οι Αμερικανοί να χάσουν»."

Ωστόσο, υπάρχει διστακτικότητα και  από τις δύο πλευρές, και μέχρι στιγμής η συζήτηση ξεπερνά κατά πολύ τη δράση. Το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο, προσπαθώντας να αποφευχθεί οποιοσδήποτε απόηχος διαφθοράς αντίστοιχος της εποχής του Καντάφι, έχει  δηλώσει ότι  καμιά μακροπρόθεσμη σύμβαση δεν  θα υπογραφεί μέχρι  να αναλάβει μια εκλεγμένη κυβέρνηση. Και με τις πόλεις ακόμα να κυριαρχούνται από ένοπλες ομάδες και να είναι γεμάτες  άνεργους νέους άνδρες, η Λιβύη δεν προσφέρει τίποτα ως  ένα ασφαλές επιχειρηματικό περιβάλλον - εξ ου και οι «προσφορές»  από τους φορείς παροχής ασφάλειας.

Όπως η Γαλλία και η Βρετανία, έτσι και  οι Ηνωμένες Πολιτείες – επισημαίνουν οι New  York Times - μπορούν να “επωφεληθούν από την εκτίμηση των λιβυκών αρχών  για τη κρίσιμη αεροπορική υποστήριξη του ΝΑΤΟ προς την επανάσταση”. Όποια και αν είναι η αυστηρότητα των νέων κανόνων που θα διέπουν τις συμβάσεις, οι  δυτικές εταιρείες ελπίζουν να έχουν κάποιο πλεονέκτημα σε σχέση με, ας πούμε, την Κίνα, η οποία προσφέρθηκε να πωλήσει όπλα στο συνταγματάρχη Καντάφι, μέχρι πρόσφατα, τον Ιούλιο.

"Η εκδίκηση μπορεί να είναι μια πολύ ισχυρή λέξη», δήλωσε ο Phil Dwyer, διευθυντής  της SCN Resources  Group, μιας εταιρείας που εδρεύει στη Βιρτζίνια, η οποία άνοιξε ένα γραφείο στην Τρίπολη πριν από δύο εβδομάδες για να προσφέρει  υπηρεσίες και συμβουλές  «διαχείρισης κινδύνου» σε μια επιχείρηση που ακόμα δεν κατονομάζεται. «Αλλά η αίσθησή μου είναι ότι εκείνοι που τάσσονται υπέρ του προσωρινού συμβουλίου πρόκειται να έχουν κάποια εύνοια από επιχειρηματική άποψη."

Το Security Contracting Network, μία υπηρεσία που εκτελείται από την εταιρεία του κ. Dwyer, δημοσίευσε στο blog  του μόλις  δύο ημέρες μετά το θάνατο του συνταγματάρχη Καντάφι, ότι θα είχε πολλή δουλειά ανοίγοντας  στη Λιβύη.

"Θα υπάρξουν ευκαιρίες  για την άνοδο της δραστηριότητας καθώς ξένες πετρελαϊκές εταιρείες θα αγωνίζονται για να επιστρέψουν  πίσω στη Λιβύη», δήλωσε η εταιρεία, μαζί με την ανάγκη για τη διοικητική μέριμνα και την ασφάλεια του προσωπικού, αφού το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις  θα προχωρήσουν στην επέκταση των δραστηριοτήτων τους. «Κοιτάτε για το ποιος θα κερδίσει τις σχετικές συμβάσεις, ακολουθήστε τα χρήματα (follow the money), και θα βρείτε την  επόμενη δουλειά σας»,  συνιστά το δημοσίευμα.

Επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις δυτικές εταιρείες άρχισαν με το  «άνοιγμα» της Λιβύης το 2004, όταν ο συνταγματάρχης Καντάφι αποφάσισε να παραιτηθεί  από το πυρηνικό του πρόγραμμα και έτσι πέτυχε να λήξει   το καθεστώς παρία  για τη χώρα του. Ο κ. Hamod οδήγησε τέσσερις αμερικανικές επιχειρηματικές αποστολές στη Λιβύη μεταξύ 2004 και 2010 και παρακολούθησε «μια σταδιακή αναθέρμανση των εμπορικών σχέσεων».

Το σύνολο των άμεσων ξένων επενδύσεων στη Λιβύη είχε αυξηθεί σε 3,8 δις  δολάρια το 2010, από περίπου 145 εκατομμύρια δολάρια το 2002, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Αλλά πολλές συμφωνίες ήταν στρεβλωμένες  από τις ξεδιάντροπες  απαιτήσεις από τους γιους του  συνταγματάρχη Καντάφι για συμμετοχή στα κέρδη, ενώ η  κατάσταση της χώρας ήταν ζοφερή μετά από πολλά χρόνια  οικονομικών κυρώσεων και παραμέλησης.

Η Λιβύη "χρειάζονται τα πάντα," τονίζει ο κ. Hamod: τραπεζικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, νοσοκομεία και ιατρικές κλινικές, δρόμους και γέφυρες, καθώς και υποδομές για την ενέργεια και για την πετρελαϊκή βιομηχανία .

Τώρα, μετά από μήνες συγκρούσεων, και με την κατάσταση της ασφάλειας να εξακολουθεί να είναι εύθραυστη, υπάρχουν τεράστιες νέες απαιτήσεις, στην ανακατασκευή συγκροτημάτων διαμερισμάτων που έχουν  μεταβληθεί σε ερείπια από τους  βομβαρδισμούς, τη φύλαξη εγκαταστάσεων πετρελαίου καθώς  αναμένεται η επαναφορά ή και η επέκταση της παραγωγής, καθώς και στην εκπαίδευση και τον εξοπλισμό νέων ενόπλων δυνάμεων.

 Στη συνάντηση του Group των 8, στη Μασσαλία της Γαλλίας, τον Σεπτέμβριο, οι υπουργοί οικονομικών υποσχέθηκαν 38 δις. δολάρια για  νέα χρηματοδότηση, σε δάνεια σε μεγάλο βαθμό, προς τις αραβικές χώρες μεταξύ 2011 και 2013. Αν και η Λιβύη αντλεί σήμερα  λιγότερο από το ένα τρίτο της προπολεμικής παραγωγής πετρελαίου,  περίπου  1,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ωστόσο έχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου της Αφρικής,  γεγονός που  οδηγεί σε  μια σταθερή παροχή μετρητών.

Αυτά διαβάσαμε στους New York Times στις 28 Οκτωβρίου 2011. Είναι διατυπωμένα με προσεκτικό και «ευγενή» τρόπο.  Δείχνουν, όμως, ανάγλυφα τις προθέσεις των Δυτικών, το μεγάλο «πάρτι» που ετοιμάζονται να στήσουν στη Λιβύη για την υπερεκμετάλλευση της πολύπαθης χώρας και των πλούσιων πηγών της, όπως και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό των «εταίρων» του ΝΑΤΟ, τόσο μεταξύ τους όσο και με τη νέα υπερδύναμη, την Κίνα.

Σύμφωνα πάλι με το Stratfor Institute, τη στιγμή που βρισκόταν στην αιχμή της η ευρωπαϊκή κρίση, βρήκε την ευκαιρία ο Λευκός Οίκος να μιλήσει για το «τέλος των πολέμων».  Έτσι μετά το θάνατο του συνταγματάρχη Καντάφι, που σηματοδοτεί το τέλος του πολέμου στη Λιβύη, αναγγέλθηκε και η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ.

Οι ΗΠΑ προχωρούν σε μια στρατηγική αναδιάταξη των στρατιωτικών τους δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή, όσο και σ’ ένα αναπροσανατολισμό των οικονομικών και επιχειρηματικών τους δράσεων και συμφερόντων.

Το ινστιτούτο Stratfor επισημαίνει, ωστόσο, την αδυναμία σχηματισμού αξιόπιστης και σταθερής κυβέρνησης στη Λιβύη, αλλά και την ύπαρξη – παρά το θάνατό του – φανατικών υποστηρικτών του Καντάφι, όπως και δυνάμεων ι οποίες μπορούν να λειτουργούν αποσταθεροποιητικά. Όπως συνέβη και με την κατάκτηση της Βαγδάτης το 2003 – γεγονός που δεν είχε υπολογιστεί -  μια σειρά ομάδων μπορεί να αντισταθεί στους νέους ηγέτες ή και να προχωρήσει σε μορφές ανταρτοπόλεμου. Η παρουσία, επίσης, δυνάμεων του ΝΑΤΟ μπορεί να εξοργίσει το λιβυκό λαό και να προκαλέσει εντάσεις και συγκρούσεις.

Σύμφωνα με την έκθεση του Stratfor, « η Λιβύη δεν είναι μια στρατηγική χώρα». Είναι, βέβαια, πλούσια σε πετρέλαιο, όπως επισημαίνουν πολλοί, αλλά το πετρέλαιο δεν είναι σίγουρο ότι οδηγεί στη σταθερότητα. Αν κοιτάξει κανείς την εμπειρία του Ιράκ, μια πλούσιας σε πετρέλαιο χώρας, θα διαπιστώσει ότι το πετρέλαιο αναδείχθηκε σ’ ένα επίμαχο ζήτημα ανάμεσα σ’ ένα γαλαξία επίμαχων προβλημάτων.

Η έκθεση κλείνει με τη δυσοίωνη διαπίστωση: «τα καθολικά συγχαρητήρια για το θάνατο του Μουαμάρ Καντάφι είναι τόσο δυσοίωνα καθώς και  όλα τα επινίκια, γιατί αγνοούν το κρίσιμο ερώτημα: Τώρα τι;»


Οπότε και στη Λιβύη αναδεικνύεται ένα περίπλοκο πρόβλημα με πολλές και αντιτιθέμενες δυνάμεις.

Οι δυτικές εταιρείες θα θελήσουν να βάλλουν χέρι στις πλουτοπαραγωγικές πηγές.

Όμως, ο ανταγωνισμός μεταξύ τους θα είναι σκληρός.

Ενώ άγνωστος παράγοντας παραμένει η αντίδραση των πολλών και αντίρροπων, κοινωνικών, φυλετικών, θρησκευτικών και πολιτικών ομάδων της λιβυκής κοινωνίας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: