Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

«Σώζουν» τις τράπεζες και εξοντώνουν τους πολίτες. Οπότε το δίλημμα είναι απλό: ή αυτοί ή εμείς!


Είχαμε ξαναγράψει για τη συμπαιγνία της κυβέρνησης με το μεγαλοεπιχειρηματία Λαυρεντιάδη που θα φόρτωνε στον ελληνικό λαό 863 εκατομμύρια ευρώ.

Έτσι σήμερα  η κυβέρνηση προχώρησε στην «εθνικοποίηση» της Protonbank!



 Με δελτία τύπου και δηλώσεις που απέστειλαν σήμερα Δευτέρα, στις 8 το πρωί, ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος, η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ανακοινώνουν επίσημα την ίδρυση της νέας «καλής» τράπεζας Proton.

Ωστόσο, το μόνο απόλυτο νούμερο που αναγράφεται στα εν λόγω δελτία τύπου είναι ο αριθμός των λέξεών τους…. Το ΤΧΣ, για παράδειγμα, λέει ότι η ανακοίνωσή του είναι 327 λέξεις αλλά δεν αναφέρει κανένα άλλο αριθμό, δηλαδή ούτε τα 863 εκατ. ευρώ που θα κοστίσει στους Έλληνες φορολογουμένους η διάσωση της Proton.

«Η νέα «καλή τράπεζα» έλαβε άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος και ενισχύθηκε από το σκέλος εξυγίανσης του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, ενώ το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης παρέσχε τα αναγκαία κεφάλαια και είναι ο μοναδικός μέτοχος της νέας τράπεζας» αναφέρει, μεταξύ άλλων, στη δήλωσή του ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος.

Να θυμίσουμε ότι ο υπουργός στα μέσα Ιουλίου είχε χρηματοδοτήσει την… «κακή» Proton με καταθέσεις από τα διαθέσιμα του Δημοσίου πέραν εκείνων που επιτρεπόταν από το νόμο και μετά ο ίδιος έσπευσε να «νομιμοποιήσει» την ενέργειά του με τροπολογία στη Βουλή. Η ΤτΕ αναφέρει στην ανακοίνωσή της ότι «η άδεια της παλαιάς τράπεζας ανακλήθηκε και η τράπεζα τίθεται σε εκκαθάριση.

Το ίδιο σκηνικό και στην περίπτωση της Τράπεζας Dexia – και γι’ αυτήν είχαμε μιλήσει.

Γαλλία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο συμφώνησαν στο άψε-σβήσε να διασώσουν την Dexia, την πρώτη τράπεζα θύμα της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη.




«Οι κυβερνήσεις επιβεβαίωσαν την αλληλεγγύη τους στο να βρεθεί λύση που να εξασφαλίζει το μέλλον της Dexia», ανέφερε το ανακοινωθέν των εκπροσώπων των τριών κυβερνήσεων, ύστερα από δύο ώρες διαβουλεύσεων στο «Εγκμόν Πάλας» στις Βρυξέλλες, στο ίδιο κτίριο όπου το 2008 είχαν διεξαχθεί οι συνομιλίες για την τότε διάσωση της τράπεζας.

Γαλλία και Βέλγιο φέρεται να συζητούν το διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της τράπεζας, της οποίας το συνολικό πιστωτικό άνοιγμα υπολογίζεται σε 700 δισ. δολάρια, ποσό υπερδιπλάσιο του ελληνικού ΑΕΠ. Αν δηλαδή καταρρεύσει η βελγογαλλική τράπεζα, θα είναι σαν να καταρρέουν δύο Ελλάδες μαζί (!).

Το προβληματικό ενεργητικό της Dexia, το οποίο υπολογίζεται σε 190 δισ. ευρώ, θα μεταφερθεί σε μία «κακή τράπεζα». Τα δάνεια προς τη γαλλική τοπική αυτοδιοίκηση εκτιμάται ότι θα ενσωματωθούν στις κρατικές τράπεζες Banque Postale (Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο) και Caisse des Depots et Consignations (Παρακαταθηκών και Δανείων), ενώ θα αναζητηθούν αγοραστές για τη βελγική Dexia και τη θυγατρική της Denizbank στην Τουρκία.

Το 2008 οι κυβερνήσεις των χωρών προέλευσης της Dexia την ενίσχυσαν με 6 δισ. ευρώ και εγγυήσεις 150 δισ. ευρώ, με το Βέλγιο να καλύπτει το 60,5%, τη Γαλλία το 36,5% και το Λουξεμβούργο το 3%.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι στην «καλή» ΕΕ χρήματα για τις τράπεζες εξασφαλίζονται ταχύτατα και σε κολοσσιαία μεγέθη. Μόνο που όλα τα «σπασμένα» καλούνται να τα πληρώσουν οι εργαζόμενοι.

Και στο Βέλγιο ειδικά, η «διάσωση» της Dexia, απειλεί να εκτοξεύσει το δημόσιο χρέος, γεγονός που οδηγεί και αυτή τη χώρα στη ζώνη υψηλού κινδύνου.

Ήδη, την Παρασκευή το βράδυ ο οίκος αξιολόγησης Moody's απείλησε με ενδεχόμενη υποβάθμιση της χρηματοπιστωτικής αξιοπιστίας του Βελγίου από τη σημερινή αξιολόγηση Aa1, εξαιτίας των προβλημάτων με την Dexia.


 Τα γεγονότα αυτά δείχνουν τα όρια και τα αδιέξοδα των πολιτικών που εφαρμόζονται τόσο στη χώρα μας όσο και ευρύτερα στην ΕΕ.

Δείχνουν, επίσης, ότι ένα στοιχείο που φάνταζε «επαναστατικό» ή «ουτοπία της Αριστεράς», έρχεται ως αναπόδραστη συνέπεια αυτών των επιλογών.

Η εθνικοποίηση των τραπεζών.

Βεβαίως, όχι με αυτή τη λογική, όχι με αυτούς τους όρους με τους οποίους πραγματοποιήθηκαν τα παραπάνω παραδείγματα.

Κι επειδή πάλι μπορούν να βρεθούν πολλοί που να ισχυριστούν ότι κάτι τέτοιο αποτελεί μια ρομαντική ουτοπία των καιρών μας, παραθέτουμε απόσπασμα του χθεσινού «Βήματος» - που δεν φημίζεται άλλωστε για την επαναστατικότητά του, με τίτλο, «Οι οργισμένοι Ισλανδοί πήραν πάλι τους δρόμους».



« Σε αντίθεση λοιπόν µε την Ιρλανδία ή τις ΗΠΑ, η Ισλανδία επέλεξε να αφήσει τους ενόχους, τις τράπεζες, να χρεοκοπήσουν, αντί να προχωρήσει στη δυσβάσταχτη «διάσωσή» τους µε δηµόσιο χρήµα. Χρεοκόπησαν, βέβαια, µόνο «προς τα έξω», αφού τα εγχώρια δάνεια και φυσικά οι καταθέσεις των Ισλανδών πέρασαν σε νέες τραπεζικές δοµές – όσο κι αν φώναζαν, κι ακόµα φωνάζουν το Λονδίνο και η Χάγη, που ζητούν πιεστικά πίσω τα περίπου 6 δισ. δολάρια που έχασαν στους πάγους οι άγγλοι και οι ολλανδοί καταθέτες. Η υπόθεση, φυσικά, δεν έχει τελειώσει, αφού τα δύο κράτη έχουν παραπέµψει την ισλανδική κυβέρνηση στο Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ελεύθερου Εµπορίου (ECFT), ενώ και οι Βρυξέλλες έχουν συναρτήσει την επανέναρξη των συζητήσεων για ένταξη στην ΕΕ µε τη µερική έστω αποπληρωµή του χρέους. 


Το σημαντικότερο όµως είναι τι συµβαίνει µέσα στην ίδια τη χώρα, για την οποία, όπως θυµόµαστε, οι περισσότεροι αναλυτές προέβλεπαν απειλητικά ότι θα πλήρωνε πολύ ακριβά τη στάση (πληρωµών) της. Αντί όµως η Ισλανδία και οι πολίτες της να γυρίσουν τριάντα χρόνια πίσω, όπως διαβεβαίωναν ότι θα συνέβαινε οι ειδικοί, συµβαίνει το αντίθετο: παρά τη διεθνή οικονοµική αποµόνωση, τη φυγή ξένων κεφαλαίων και επιχειρήσεων και τη µεγάλη πτώση στο ΑΕΠ την πρώτη χρονιά της κρίσης, σήµερα η Ισλανδία ανακάµπτει ταχύτατα.
 

Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν για την ακρίβεια αύξηση του ΑΕΠ κοντά στο 3% εφέτος αλλά και δηµιουργία πρωτογενούς πλεονάσµατος πριν από το 2013, ενώ η ανεργία παραµένει στο σχετικά χαµηλό 5,8%! 



Η καταστροφή δεν ήρθε

Συγκρίνοντας πριν από λίγο καιρό την πορεία της Ισλανδίας µε εκείνη της Ιρλανδίας, ο διάσηµος αµερικανός οικονοµολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτζ δικαίωσε πλήρως τους απογόνους των Βίκινγκς για τις επιλογές τους: «Η Ισλανδία τα έκανε όλα σωστά... Εξασφάλισε τη συνέχιση της λειτουργίας του συστήµατος πληρωµών της στο εσωτερικό, ενώ ανάγκασε τους πιστωτές και όχι τους φορολογουµένους να επωµιστούν τις ζηµιές των τραπεζών. Η Ιρλανδία, αντίθετα, τα έκανε όλα λάθος, “σώζοντας” µε δηµόσιο χρήµα τις τράπεζες, χωρίς τελικά να αποφύγει την ευρωπαϊκή “διάσωση”. Αυτό είναι µάλλον το χειρότερο µοντέλο αντιµετώπισης της κρίσης»... Στην ανάκαµψή συνέβαλε σαφέστατα το γεγονός ότι ηΙσλανδία δεν είχε προλάβει να µπει στο ευρώ και έτσι βρέθηκε να αντιµετωπίζει την κρίση µε τη δηµοσιονοµική ευελιξία του εθνικού της νοµίσµατος, της ισλανδικής κορόνας ή κρόνουρ. Η ραγδαία υποτίµηση του νοµίσµατος (σε κάποια φάση έφτασε το 65% σε σχέση µε το ενισχυόµενο την ίδια εποχή ευρώ) είχε βέβαια συνέπειες: οι τιµές των εισαγόµενων προϊόντων εκτοξεύθηκαν στα ύψη, ενώ χιλιάδες Ισλανδοί που είχαν πάρει στεγαστικά δάνεια σε ξένο νόµισµα βρίσκονται σήµερα στο χείλος της κατάσχεσης. Σε καµία περίπτωση, όµως, δεν αντιµετωπίζει η Ισλανδία τη ζοφερή οικονοµική κατάσταση που βιώνουν σήµερα τα διασωθέντα, λέµε τώρα, «PIGS» του Νότου.»

Τα πράγματα μπορεί να είναι και απλά, λοιπόν.

Αρκεί και οι Έλληνες πολίτες και εργαζόμενοι να πάρουν τις τύχες τους στα δικά τους χέρια.

Ή οι τράπεζες ή εμείς.

Έτσι απλά. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: