Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Και με τους 388.447 νεοναζί τι θα γίνει


του Μ ...
Mε τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των πρόσφατων εκλογών, όσο κι αν επισκιάστηκε σε κάποιο βαθμό από άλλες αγωνίες, το ερώτημα επανήλθε: Και με τους 388.447 νεοναζί τι θα γίνει; Ποιοι είναι αυτοί οι εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που, μετά από όλα όσα συνέβησαν, ψηφίζουν Χρυσή Αυγή; Πώς είναι δυνατόν;

Η επικρατέστερη –και δικαίως οργισμένη– αντίδραση ήταν πως όλοι τους είναι λοιπόν νεοναζί. Διότι πώς γίνεται, αφότου έχεις μάθει όλα όσα έχεις μάθει για τις ναζιστικές πεποιθήσεις και τις τελετές, τα όπλα και τα τάγματα εφόδου, τα μαχαιρώματα και το φόνο του Παύλου Φύσσα, να ψηφίζεις μια συμμορία τραμπούκων; Πώς γίνεται, μετά τις συλλήψεις, μετά τις κατηγορίες, μετά τις συνομιλίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, μετά τις φωτογραφίες, να ψηφίζεις κάποιους που κατηγορούνται ως εγκληματική οργάνωση; Για να τους ψηφίζεις, επομένως, συντάσσεσαι με τις πεποιθήσεις τους και με τις πράξεις τους – άρα είσαι κι εσύ νεοναζί, είστε όλοι νεοναζί, και οι 388.447.

Ομολογώ ότι δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει αυτό. Δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει πως 388.447 ψηφοφόροι είναι νεοναζί. Σημαίνει, άραγε, πως έχουν διαβάσει τον Αγώνα μου και τον θεωρούν μια ορθή ανάλυση του κόσμου; Σημαίνει πως έχουν οργανωθεί πίσω από το ιδανικό του πρωτείου του αρχηγού – με αρχηγό τον Μιχαλολιάκο; Σημαίνει πως θεωρούν πως η «μάχη των πεζοδρομίων» είναι η μέθοδος για να «ξεβρωμίσει ο τόπος»; Σημαίνει ότι εγκρίνουν κι επιχαίρουν για τα μαχαιρώματα και τους φόνους; Δεν ξέρω, αλλά αμφιβάλλω.

Όσοι προκρίνουν αυτή την ερμηνεία της εκλογικής επίδοσης της Χρυσής Αυγής φοβάμαι ότι, εκτός του να απλουστεύουν, κάνουν και το λάθος να ενστερνίζονται –έστω και ακούσια– ένα αφήγημα που θέλει τη νεοναζιστική οργάνωση να είναι ένα λίγο πολύ αυτόνομο φαινόμενο. Και δεν εννοώ εδώ πως παραλείπουν τις συνήθεις ποιοτικές/πολιτισμικές συνδέσεις με την «κουλτούρα» του νεοέλληνα, διότι από δαύτες έχουμε χορτάσει· εννοώ πως δέχονται, έστω κι αν η θέση τους είναι αυτή της απέχθειας απέναντι στο ναζισμό, πως εδώ είμαστε αντιμέτωποι με μιαν αυτοτέλεια: η Χρυσή Αυγή έκανε αυτά κι αυτά, διώκεται, θα αποδειχτούν, θα πάει στη φυλακή, και σε κάθε περίπτωση είναι ένας σωρός από νεοναζιστές. Όποιες ευθύνες έχουν να αποδώσουν στο πολιτικό σύστημα και στον (προνομιακό) δημόσιο λόγο μέσα στα οποία σημειώθηκε η μετεωρική εκτίναξη της Χρυσής Αυγής είναι παρεμπίπτουσες, ή εν πάση περιπτώσει παράλληλες, δεν προβληματοποιούν την αυτοτέλεια του φαινομένου.

Προτείνω να το δούμε διαφορετικά: Ως την κρίσιμη στιγμή του 2009-2010, η Χρυσή Αυγή είναι μια αμελητέα οργάνωση, αστυνομικού ενδιαφέροντος, με εγκληματική δράση διαπιστωμένη, γνωστή στις υπηρεσίες, που δεν απειλεί παρά μόνον τους λίγους άτυχους που διασταυρώνονται με τους τραμπούκους της. Εκείνη τη στιγμή, όμως, η οποία συμπίπτει με την ένταση της οικονομικής κρίσης, η πορεία της αλλάζει: στήνει τις «αυθόρμητες» διαμαρτυρίες κατοίκων, όπου λιγοστοί κάτοικοι κραδαίνουν ελληνικά σημαιάκια, περιστοιχισμένοι από μπράβους, σε κεντρικές πλατείες της Αθήνας. Οι βιαιοπραγίες κατά μεταναστών εντείνονται. Η βία της Χρυσής Αυγής είναι γενικευμένη και εξόχως ορατή. Η πορεία αυτή την οδηγεί ως το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων, όπου ο εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος Νίκος Μιχαλολιάκος χαιρετά ναζιστικά.

Ταυτόχρονα, οι πολιτικοί του «μεσαίου χώρου» εντάσσουν πλήρως την ακροδεξιά ατζέντα στο κέντρο του δημοκρατικού δημόσιου λόγου: στα δύο επόμενα χρόνια, εμφανίζονται φράχτες, στρατόπεδα συγκέντρωσης, διαπόμπευση οροθετικών γυναικών, επιχειρήσεις- «σκούπα», ρατσιστική αστυνομική βία – όλα με πολιτικούς προϊ- στάμενους τη Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ, και αργότερα και τη ΔΗΜΑΡ. Η επιλογή αυτή γίνεται, στο κοινοβούλιο και στα ΜΜΕ, πολιτικός λόγος κατά της Αριστεράς, η οποία κατηγορείται ως η πραγματικά απειλητική αυτουργός βίας στην κοινωνία, μέσω της δαιμονοποίησης των διαδηλώσεων και των διαμαρτυριών και της ταύτισης των κυβερνητικών δυνάμεων με την «ασφάλεια» απέναντι σε δύο εχθρούς που η Αριστερά υποθάλπει: τον «μπαχαλάκια» και τον «λαθρομετανάστη». Η «μετριοπαθής», «κεντρώα», «δημοκρατική» άποψη όχι μόνο δεν στοχεύει τους νεοναζί, αλλά στρέφεται σε μια επίθεση κατά της υποστήριξης της Αριστεράς προς τους «λαθρομετανάστες» – θυμηθείτε υποθέσεις όπως το σκισμένο Κοράνι ή οι απεργοί πείνας της Νομικής/Υπατίας. Και τόσο η δικαιοσύνη όσο και οι διωκτικές αρχές παίρνουν την ίδια κατεύθυνση: αμείλικτες απέναντι σε διαδηλωτές, ελαστικές απέναντι στους νεοναζί.

Όσο συμβαίνουν όλα αυτά, το πολιτικό σύστημα υποφέρει από την απονομιμοποίηση που προκαλεί η καταφανής παράδοσή του σε ένα οικονομικό πρόγραμμα βαθιά αντικοινωνικό. Πολύς κόσμος ριζοσπαστικοποιείται – όχι απαραίτητα προς προοδευτική κατεύθυνση. Το πολιτικό σύστημα αντιδρά με βία και καταστολή, αλλά και εντείνοντας την ακροδεξιά του ρητορική – αντιμεταναστευτική και αντιαριστερή. (Κάπου εκεί σκέφτεται και η Νέα Δημοκρατία να συνεργαστεί με τη Χρυσή Αυγή.)

Δολοφονείται ο Παύλος Φύσσας. Κι ύστερα από σχεδόν τέσσερα χρόνια που η Χρυσή Αυγή είναι ο ρυθμιστής ενός ζωτικού μέρους του πολιτικού λόγου, ξαφνικά ο υπουργός Δημόσιας Τάξης –εκπρόσωπος ενός απονομιμοποιημένου πολιτικού συστήματος– θυμάται ότι καμιά τριανταριά δικογραφίες για τη Χρυσή Αυγή, που γυρνάνε γύρω γύρω, μπορεί και να συνδέονται. Και παραγγέλνει σε μια απονομιμοποιημένη δικαιοσύνη να κάνει αυτό που επί τέσσερα χρόνια όφειλε να είχε κάνει – δίχως την παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας.

Γιατί είναι παράξενο το ότι από όλο το κοινό που συγκρότησε το πολιτικό σύστημα της κρίσης, μεταξύ μνημονίων και ακροδεξιών πρακτικών, κάποιοι είναι τόσο καχύποπτοι που τις αποκαλύψεις για τη Χρυσή Αυγή δεν τις βλέπουν παρά ως μία ακόμη απάτη των πολιτικών; Γιατί είναι παράξενο το ότι κάποιοι τόσο ποτίστηκαν με την Ακροδεξιά, που το «δημοκρατικό» πολιτικό σύστημα νομιμοποίησε και τροφοδότησε, ώστε τη δίωξη δεν την αντιλαμβάνονται παρά ως υπαναχώρηση και σκευωρία;

Μήπως η απάντηση στο πού βρέθηκαν 388.447 νεοναζί δεν είναι απλώς η Χρυσή Αυγή, αλλά οι κυβερνήσεις της Ελλάδας της κρίσης; Και μήπως αυτή η απάντηση αποτελεί και το βασικό κλειδί για να τους αντιμετωπίσουμε;

Ωστόσο πηγαίνοντας τη σκέψη μας ένα βήμα πιο πέρα, από το ότι το πολιτικό σκηνικό εγκατέστησε τη Χρυσή Αυγή από το 0,3% στο 7% και την καθιέρωσε στην τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας πρέπει να σταθούμε και κάπου αλλού. Η πνευματική κρίση και η κοινωνική παθογένεια οδήγησαν στην εδραίωση της Χρυσής Αυγής στο θώκο της οργάνωσης κράτους εν κράτει, όπου η ρατσιστική προπαγάνδα και η έννοια της αυτοδικίας οδήγησαν σε δολοφονίες και ρατσιστικές πράξεις.

Ο αγκυλωτός σταυρός υψώθηκε στη χώρα που βροντοφώναξε έξω ο φασισμός, μέσω της κοινωνικής αναλγησίας  και παθογένειας, στην εποχή των μνημονιακών επιταγών και της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, όλα συνοδευόμενα από την απάθεια για την πολιτική σκηνή. Η χώρα που έμαθε να μισεί και να στοχοποιεί τον μετανάστη, τον ομοφυλόφιλο, τις ευπαθείς ομάδες, τον αριστερό, τον αναρχικό, εθίστηκε παράλληλα να υποστηρίζει το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής.

Η λύση δεν θα έρθει από μια δίκη ενός σαθρού δικαστικού συστήματος, απλά αποτελεί ένα πρώτο βήμα στο δρόμο της πολιτικής τιμωρίας της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης, που αμαύρωσε το κοινοβούλιο, το οποίο λέρωνε η δεξιά οικονομική φράξια όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Η ουσιαστική και οριστική λύση βρίσκεται στην αντιμετώπιση της ακροδεξιάς νοοτροπίας που έχουν καταστήσει έρμαιο τη χώρα...

Δεν υπάρχουν σχόλια: