Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Η «ψιλικατζίδικη» λογική μιας παραπαίουσας κυβέρνησης




Το 2010 τελειώνει και έρχεται … δριμύτερο(;) το 2011. Δεν μπορεί, λοιπόν, να μην αναλογιστεί κανείς τα αποτελέσματα της οικονομικής – και όχι μόνο – πολιτικής της κυβέρνησης, μιας πολιτικής που οδήγησε τη χώρα σε οικονομική και κοινωνική ασφυξία.

 Και το σίγουρο ότι και το 2011 θα ενταθούν οι πιέσεις από την τρόικα για ακόμη μεγαλύτερες και σκληρότερες περικοπές στα εισοδήματα και δικαιώματα των οικονομικά ασθενέστερων, νέες περικοπές μισθών, συντάξεων, σ’ ότι έχει απομείνει από το υποτυπώδες κοινωνικό κράτος και τις δημόσιες υποδομές και δαπάνες.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα η κυβέρνηση φαίνεται «παραζαλισμένη». Αντιμετωπίζει τόσο την κοινωνική αγανάκτηση όσο και σοβαρούς τριγμούς στο εσωτερικό της. Οπότε δεν είναι καθόλου απίθανο μέσα στο 2011 να έχουμε πολιτικές εξελίξεις, μέχρι και πρόωρες εκλογές. Κάτι που δεν αποκλείουν – αν δεν το επιθυμούν κιόλας – κύκλοι του ΔΝΤ και της τρόικα, κυβερνητικοί παράγοντες και άλλα οικονομικά συμφέροντα, στα πλαίσια της προσπάθειάς τους να «κατασκευάσουν» μια νέα «συναίνεση» - μια συναίνεση που τους είναι αναγκαία για την επιβολή των σκληρών οικονομικών μέτρων που απαιτεί η πολιτική του μνημονίου.

 Άλλωστε έχει φουντώσει η συζήτηση για την «παράταση αποπληρωμής» των 110 δις. της «βοήθειας», με νέους επαχθέστερους όρους. Και γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε  κάτω από τη δαμόκλεια σπάθη της ελεγχόμενης ή μη χρεοκοπίας.

Ήδη η κυβέρνηση βρίσκεται «με τέσσερις βουλευτές λιγότερους από αυτούς που εξέλεξε το ΠΑΣΟΚ (156 από 160) και με αρκετούς άλλους να αμφισβητούν ευθέως κορυφαίες κυβερνητικές επιλογές με αποκορύφωμα τον προϋπολογισμό, για τον οποίο η Βάσω Παπανδρέου είπε ότι δεν είναι αξιόπιστος, η κυβέρνηση και ο Γ. Παπανδρέου μοιάζει στην έξοδο του 2010 και στο κατώφλι του 2011 να βρίσκονται σε ένα καθεστώς ιδιότυπης ομηρίας.»

 Στο διάστημα αυτό που η κυβερνά ο κ. Παπανδρέου  και το ΠΑΣΟΚ «πέτυχε» όχι μόνο να εξαπατήσει τους Έλληνες πολίτες ( αξέχαστο το «λεφτά υπάρχουν» …), να επιδείξει ένα αξεπέραστο πρόσωπο κοινωνικής αγριότητας και αδικίας, αλλά και να παρουσιάσει μοναδικά δείγματα οικονομικής και δημοσιονομικής αναποτελεσματικότητας.

   Εκείνο που συστηματικά και επίμονα προωθεί η κυβέρνηση  - κι ίσως το μόνο που γνωρίζει να κάνει - είναι να επιδεινώνει  τη θέση των οικονομικά και κοινωνικά αδύναμων, να λεηλατεί το εισόδημα και τα δικαιώματά τους. Σ’  ένα ιδιότυπο «αμόκ» αντιλαϊκών μέτρων και μεθοδεύσεων η κυβέρνηση  στοχοποιεί συστηματικά αυτούς που κατέχουν τα χαμηλότερα εισοδήματα ενώ απαλλάσσει και ευνοεί τους οικονομικά ισχυρούς, τους  φοροκλέπτες και κάθε λογής μεγάλο συμφέρον.

 Και επειδή παραμένει εγκλωβισμένη σ’ αυτή τη φαύλη «λογική» έχει μετατραπεί στην ουσία σ’ έναν ιδιότυπο «ψιλικατζή» που επιχειρεί να υπερβεί την κρίση  λεηλατώντας και τα δεκατημόρια των ευρώ που διαθέτουν οι μη κατέχοντες.

Σταχυολογούμε, λοιπόν, ορισμένα από τα «επιτεύγματα» της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης.

«Νεόπτωχοι» το 20% των Ελλήνων - Στο 56,6% υπολογίζεται το ποσοστό των Ελλήνων που αντιμετώπιζαν μεγάλη ή μερική δυσκολία για να τα βγάλουν πέρα με το εισόδημα τους το 2009. Με βάση τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., 845.000 νοικοκυριά, δηλαδή το 19,7% του πληθυσμού της χώρας, βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο της φτώχειας.

Δυσκολίες στην ανταπόκριση τους στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως το ενοίκιο κατοικίας, τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ κ.ά. αντιμετώπιζαν το 2009 περί το 38% των Ελλήνων, ενώ το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί μέσα στο 2010.  
Το ελάχιστο καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας, κατά δήλωση τους, ανέρχεται στα 2.219,45 ευρώ. Για τα φτωχά νοικοκυριά πέφτει στα 1.752,08 ευρώ ενώ για τα μη φτωχά εκτιμάται κοντά στα 2.340 ευρώ. Συνολικά τη μεγαλύτερη "απειλή" αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά και χωρίς εργαζόμενα μέλη (43,3%).


Με βάση το δείκτη οικονομικής ανισότητας προκύπτει ότι το εισόδημα του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι κατά 5,8 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο εισοδήματος του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.

Για να μη μιλήσουμε για την επέλαση της ανεργίας στο 13% (επίσημα τουλάχιστον), τον πληθωρισμό που φτάνει κοντά στο 6%, την αύξηση αντί της μείωσης του δημόσιου χρέους και άλλα πολλά.

Ως «ανταμοιβή» γι’ αυτές τις ανισότητες η κυβέρνηση προωθεί συστηματικά ακόμη περισσότερο τη συρρίκνωση των λαϊκών εισοδημάτων, προχωρώντας – πέρα από τις μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις – σε μια άνευ προηγουμένου επιδρομή με την επιβολή κάθε λογής έμμεσου φόρου.

Πέρα, λοιπόν, από το όργιο στις τιμές των καυσίμων, την αύξηση κατά 2% στο ΦΠΑ των τροφίμων και άλλων ειδών πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, ένας άλλος τρόπος έμμεσης φορολόγησης και καταλήστευσης είναι η θεαματική αύξηση των τιμολογίων πολλών ΔΕΚΟ. Μάλιστα, η κυβέρνηση προχωρά σε ρυθμίσεις που, παρά το βαθιά άδικο χαρακτήρα τους, μπορούν να χαρακτηριστούν και τραγελαφικές.

 Έτσι για παράδειγμα -  «φτωχότερους και μικρομεσαίους καταναλωτές θα πλήξει το πρώτο κύμα των αυξήσεων στα τιμολόγια της ΔΕΗ, που θα επιβαρύνουν από 3% μέχρι και 11% τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος 5.000.000 νοικοκυριών, ενώ την ίδια στιγμή επιχειρήσεις και σπάταλοι θα ελαφρυνθούν σημαντικά».

 Οι οικιακοί καταναλωτές υπολογίζεται ότι θα πληρώσουν το 2011 περίπου 136 εκατ. ευρώ περισσότερα για ρεύμα στη ΔΕΗ, ενώ αντιθέτως επιχειρήσεις και σπάταλοι καταναλωτές θα γλιτώσουν από τις μειώσεις 174 εκατ. ευρώ. Και αυτό θα είναι μόνον η αρχή καθώς οι αυξήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ θα συνεχιστούν σταθερά μέχρι και το 2013 και αναμένεται να αυξήσουν το κόστος του ρεύματος τουλάχιστον κατά 20%-30% για τους οικιακούς καταναλωτές, ενώ το κόστος για τις επιχειρήσεις θα συνεχίσει να μειώνεται.
 Εκτός από τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, ακριβότερο ρεύμα θα πληρώσουν από το 2011 και οι περίπου 200.000 αγρότες, κατά 8%.

Παγκόσμια πρωτοτυπία, λοιπόν, οι πλέον φτωχοί να πληρώνουν ολοένα και ακριβότερα ενώ οι σπάταλοι επιβραβεύονται με … ελαφρύνσεις. Ίσως, αυτή να είναι η εκδοχή της «κοινωνικά δίκαιης»  κυβερνητικής πολιτικής και η εκδοχή της «πράσινης ανάπτυξης».

 Ένα  «μικρό» επίσης θέμα αφορά την καταβολή των συντάξεων του ΟΓΑ με πίστωση λογαριασμών πληρωμών μέσω τραπεζών ή  των ΕΛ.ΤΑ. Στην εγκύκλιο αριθμ.  8/2010 γνωστοποιείται στους συνταξιούχους αγρότες ότι ο ΟΓΑ, στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 40 του Ν. 3863/2010 , στο εξής   θα καταβάλλει τις συντάξεις μέσω τραπεζών ή των ΕΛΤΑ.   Εντάξει, θα πει κανείς, και πού είναι το παράδοξο;

 Το παράδοξο είναι ότι στο εξής οι ίδιοι οι συνταξιούχοι θα πληρώνουν στα ΕΛΤΑ αυτοί τα 3 ευρώ αντί του ΟΓΑ που τα πλήρωνε μέχρι τώρα.
 Με άλλα λόγια ο κάθε συνταξιούχος θα επιβαρύνεται μηνιαίως 3 ευρώ για να έχει μια υπηρεσία που μέχρι τώρα δεν την πλήρωνε.

 Σιγά το ποσό θα σχολίαζε κανείς. Όμως, δεν είναι ακριβώς έτσι.

 Αφού για τον συνταξιούχο των 350 ευρώ το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει μηνιαία επιβάρυνση κοντά στο 1% της σύνταξής του.  Ένα συγκαλυμμένο χαράτσι κοντά στα δεκάδες άλλα που σιγά κι αθόρυβα αλλά με επιμονή επιβάλλει καθημερινά η κυβέρνηση.

Ένα «χαράτσι» που δεν το πολυσχολίασαν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης αφού και αυτά δεν ασχολούνται με τα «μικρά» θέματα, με τα «ψιλά» της πολιτικής.

Σίγουρα τα 3 ευρώ μπορεί στην εποχή μας να θεωρούνται «ψιλά». Εκείνο που ενοχλεί είναι η αδικία και ο εμπαιγμός ακόμη απέναντι σε τέτοιες κοινωνικές κατηγορίες.

Έτσι η κυβέρνηση αναδεικνύεται σ’ έναν απίστευτο «ψιλικατζή», προσπαθώντας να αντιμετωπίσει την κρίση, να περιορίσει τη μαύρη τρύπα του χρέους επιβαρύνοντας διαρκώς τους οικονομικά αδύνατους.

 Και χωρίς, βεβαίως, να επιχειρεί στο ελάχιστο να βάλλει χέρι στους ισχυρούς του χρήματος. Να επιχειρήσει ακόμη αυτό που και ο ίδιος ο Ντομινίκ Στρος Καν υπέδειξε, να συλλάβει δηλαδή τη μεγάλη φοροδιαφυγή.

  Την ίδια στιγμή που το κυβερνητικό επιτελείο κυνηγά ευρώ – ευρώ να αποστραγγίξει τα λαϊκά εισοδήματα, τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, οδηγώντας σε νεκρική παράλυση την αγορά, την ίδια στιγμή με κανέναν τρόπο η κυβέρνηση δε θέλει να «δυσαρεστήσει τους εταίρους της. Τους διεθνείς κερδοσκόπους, τους τραπεζίτες, τη κάθε λογής Siemens και σία. Ούτε βέβαια τους εγχώριους εταίρους της.

  Της διέφυγε, λοιπόν, μια μικρή διαρροή καταθέσεων €25 δισ. στο εξωτερικό. Όπως φαίνεται από στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας , το σύνολο των καταθέσεων περιορίστηκε σε 212 δισ. ευρώ στο τέλος Αυγούστου του 2010 από 237,7 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος του 2009. Δηλαδή «έφυγαν» από τις τράπεζες 25 δισ. ευρώ προς διάφορες τράπεζες του εξωτερικού. 

Η πλέον αισιόδοξη εκτίμηση είναι ότι η εκροή θα φθάσει ακόμη και τα 2 δισ. ευρώ κάθε μήνα, με την συνολική απώλεια κεφαλαίων για τις τράπεζες, από τα 22 δισ. ευρώ που είναι έως σήμερα, να ξεπερνά μέχρι το τέλος του χρόνου τα 35 δισ. ευρώ.

 Αντιθέτως, ο ιδιαίτερα ευαίσθητος στο να παρέχει απαλλαγές στους μεγαλοοφειλέτες προς το Δημόσιο υπουργός Οικονομικών, είχε προχωρήσει στην παροχή προνομίων και φοροαπαλλαγών σ’ εκείνους που θα επανέφεραν  χρήμα από το εξωτερικό χωρίς  να ισχύει πόθεν έσχες και άλλα τέτοια ταπεινά. Νομιμοποίηση δηλ. με συνοπτικές διαδικασίες του μαύρου χρήματος, ποσών που μπορούν να αποτελούν προϊόντα οικονομικού εγκλήματος και άλλα σχετικά.

 Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε και άλλα στοιχεία για την ασυδοσία π.χ. εκείνων που κατέχουν τα διυλιστήρια πετρελαίου, ορισμένων μεγαλοτραπεζιτών και συνδαιτυμόνων της κυβέρνησης. Ο κατάλογος είναι μακρύς.

Το ερώτημα είναι: μπορεί μια τέτοια πολιτική να οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση ή οδηγεί με επιταχυνόμενο ρυθμό στην αποτυχία;

Και από την άλλη πώς μπορεί να χαρακτηριστεί μια τέτοια πολιτική;
 Ότι είναι κοινωνικά άδικη και βάρβαρη αυτό φαίνεται καθημερινά.

Ακόμη και ο ομοϊδεάτης του κ. Παπανδρέου, πρωθυπουργός της Ισπανίας, Θαπατέρο , δήλωσε ότι θ’ αυξήσει κατά 1,3% τους κατώτατους μισθούς για το 2011 και κατά το ίδιο ή και παραπάνω ποσοστό τις συντάξεις στο βαθμό που είναι στο κατώτατο επίπεδο.
 Θα μας πείτε, καταξοδεύτηκε κι αυτός. Σίγουρα το κάνει για να κατευνάσει κάποιες αντιδράσεις ή  να κερδίσει πολιτικό χρόνο. Απλώς κάνει το ελάχιστο.

Η κοινωνικά ανάλγητη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προχωρά στην τελείως αντίθετη κατεύθυνση.

Πέρα, επίσης, από αυτό τον απίστευτα άδικο χαρακτήρα της η πολιτική της κυβέρνησης είναι και οικονομικά αναποτελεσματική.

Θα μπορούσε, λοιπόν, να τη χαρακτηρίσει κανείς «ψιλικατζίδικη».

Ή αλλιώς βλακώδη.

Άρα κι επικίνδυνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: